Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

Συνήθεια και ιδανικά


Συνήθεια και ιδανικά

Ο νους είναι σιωπηλός μόνο με την αφθονία της ενέργειας, όταν υπάρχει εκείνη η προσοχή στην οποία κάθε αντίφαση, κάθε τράβηγμα της επιθυμίας προς διαφορετικές κατευθύνσεις, έχει πάψει. Ο αγώνας της επιθυμίας να είναι σιωπηλή, δεν φέρνει τη σιωπή. Η σιωπή δεν μπορεί να εξαγοραστεί με οποιαδήποτε μορφή καταναγκασμού, δεν είναι η ανταμοιβή της καταπίεσης, ούτε της εξύψωσης. Αλλά ο νους που δεν είναι σιωπηλός, δεν είναι ποτέ ελεύθερος, και είναι μόνο στον σιωπηλό νου που ανοίγονται οι ορίζοντες, οι ουρανοί. Η ευδαιμονία που ο νους αναζητάει δεν μπορεί να βρεθεί με την αναζήτηση, ούτε και βρίσκεται στη πίστη. Μονάχα ο σιωπηλός νους μπορεί να δεχτεί εκείνη την ευλογία που δεν ανήκει ούτε στην εκκλησία ούτε στην πίστη. Για να είναι σιωπηλός ο νους, όλες οι αντιφατικές πλευρές του πρέπει να ενωθούν και να συγχωνευτούν στη φλόγα της κατανόησης. Ο σιωπηλός νους δεν είναι ο νους που συλλογίζεται, για να συλλογιστείς θα πρέπει να υπάρξει ο παρατηρητής και το παρατηρούμενο, ο πειραματιζόμενος που τον βαραίνει το παρελθόν. Στο σιωπηλό νου δεν υπάρχει κέντρο όπου να γίνεσαι ή να είσαι ή να σκέφτεσαι. Κάθε επιθυμία είναι αντίφαση, γιατί κάθε κέντρο επιθυμίας αντιτίθεται σ’ ένα άλλο κέντρο. Η σιωπή του ακέραιου νου είναι ο στοχασμός.

        Εγώ, είπε η καλή φίλη, θρυμματίζοντας τον στοχασμό των στιγμών με την απαλή φωνή της, θα έλεγα να συζητήσουμε για τον χρόνο. Όσο μπορώ να δω, ο χρόνος είναι απαραίτητος για την καλλιέργεια εκείνων των ιδιοτήτων της ευαισθησίας του νου που είναι ουσιώδης, αν θέλει κανείς να προχωρήσει και να αποκτήσει την έμπνευση, ή μάλλον όχι αυτή αλλά την φώτιση. Έτσι δεν είναι; Έχω πάρει ως δεδομένο ότι ο χρόνος είναι απαραίτητος για να επιτευχθεί η λύτρωση, αυτό υποστηρίζουν νομίζω τα περισσότερα θρησκευτικά βιβλία κι εγώ δεν τα αμφισβητώ. Ακούει κανείς εδώ κι εκεί ότι ορισμένα άτομα έχουν πραγματώσει αυτή την εξαίσια λύτρωση σε κάποια στιγμή, αλλά αυτοί είναι μονάχα οι λίγοι, οι πολύ λίγοι, οι άλλοι πρέπει να έχουμε χρόνο, λιγότερο ή περισσότερο, στον οποίο να προετοιμάσουμε το νου μας να δεχτεί αυτή την ευδαιμονία. Αλλά βλέπω ότι για να σκεφτεί με διαύγεια ο νους θα πρέπει να είναι ελεύθερος από συμπεράσματα. Έτσι δεν είναι;

        Ας το δούμε με ηρεμία, τι εννοούμε με τον χρόνο; Υπάρχει χρόνος με το ρολόι, χρόνος σαν παρελθόν, σαν παρόν και σαν μέλλον. Υπάρχει χρόνος σαν μνήμη, χρόνος σαν απόσταση, η μετάβαση από αυτό το σημείο σε κείνο, και χρόνος σαν επίτευξη, η πορεία του γίγνεσθαι κάτι. Όλα αυτά είναι το τι εννοούμε με χρόνο. Και είναι ποτέ δυνατόν για το νου να είναι ελεύθερος από το χρόνο, να προχωρήσει πέρα από τους περιορισμούς του; Ας αρχίσουμε με τον χρονολογικό χρόνο. Μπορεί ποτέ κανείς να είναι ελεύθερος από τον χρόνο στην πραγματική, χρονολογική σημασία;

        Όχι φυσικά, αν θέλει να προλάβει το λεωφορείο. Για να είναι λογική η δράση του σε αυτό τον κόσμο και για να διατηρήσει κάποιο είδος τάξης, ο χρονολογικός χρόνος είναι ουσιώδης.

        Ωραία, κατόπιν υπάρχει ο χρόνος σα μνήμη, συνήθεια, παράδοση, και χρόνος σαν προσπάθεια για να επιτύχει κανείς κάτι, να εκπληρώσει, να γίνει. Φανερό είναι πως χρειάζεται χρόνος για να μάθεις ένα επάγγελμα ή μία τέχνη, αλλά είναι ο χρόνος το ίδιο απαραίτητο για την πραγμάτωση του Υπέρτατου;

        Εγώ νομίζω ότι είναι.

        Που όλο αυτό είναι συνονθύλευμα μνημών και συνειρμών, τόσο συνειδητών όσο και μη συνειδητών. Είναι η οντότητα που χαίρεται και υποφέρει, που εξασκείται στην αρετή, αποκτάει γνώση, συσσωρεύει πείρα,  οντότητα που γνωρίζει την εκπλήρωση και την απογοήτευση της μη εκπλήρωσης, και που νομίζει ότι υπάρχει ψυχή, ο ανώτερος εαυτός. Αυτή η οντότητα, αυτό το εγώ, είναι το προϊόν του χρόνου. Η ουσία του αυτή καθ’ αυτή είναι χρόνος. Σκέφτεται στο χρόνο, λειτουργεί στο χρόνο και εποικοδομεί τον εαυτό του στο χρόνο. Αυτό το εγώ, που είναι μνήμη, νομίζει ότι μέσω του χρόνου θα φτάσει το Υπέρτατο. Αλλά το Υπέρτατο, του είναι κάτι που έχει διατυπώσει το εγώ, κι επομένως βρίσκεται κι αυτό επίσης μέσα στο πεδίο του χρόνου, έτσι δεν είναι;

        Έτσι όπως το λέτε, δείχνει πως εκείνος που κάνει την προσπάθεια και ο σκοπός για τον οποίο αγωνίζεται βρίσκονται έξ ίσου μέσα στη σφαίρα του χρόνου.

        Μέσω του χρόνου μπορείτε να επιτύχετε μόνο εκείνο που ο χρόνος έχει δημιουργήσει. Η σκέψη είναι η απόκριση της μνήμης και η σκέψη μπορεί να πραγματώσει μόνο εκείνο που η ίδια η σκέψη έχει οικοδομήσει.  

        Θέλετε να πείτε ότι ο νους πρέπει να είναι ελεύθερος από τη μνήμη και από την επιθυμία να επιτύχει, για να πραγματώσει;

        Θα φτάσουμε σ’ αυτό σε λίγο. Αν μπορούμε, ας πλησιάσουμε το πρόβλημα διαφορετικά. Πάρτε τη βία, για παράδειγμα, και το ιδανικό της μη-βίας. Λένε ότι το ιδανικό της μη-βίας είναι ανασταλτικό της βίας. Αλλά είναι; Ας πούμε ότι είμαι βίαιος, και το ιδανικό μου είναι να μην είμαι βίαιος. Υπάρχει ένα διάστημα, ένα χάσμα ανάμεσα σ’ αυτό που πραγματικά είμαι, και σε κείνο που θα έπρεπε να είμαι, το ιδανικό. Για να καλυφθεί αυτή η ενδιάμεση απόσταση απαιτείται χρόνος, το ιδανικό θα το επιτύχω βαθμιαία, και κατά το διάστημα της βαθμιαίας προσέγγισης, έχω την ευκαιρία να επιδίδομαι στην ευχαρίστηση της βίας. Το ιδανικό είναι το αντίθετο αυτού που είμαι, και όλα τα αντίθετα περικλείουν τους σπόρους των αντιθέτων τους. Το ιδανικό είναι μία προβολή της σκέψης, της μνήμης, και η εξάσκηση ενός ιδανικού είναι μία εγωκεντρική δράση, ακριβώς όπως είναι η βία. Για πολλούς αιώνες ελέχθη, και εμείς συνεχίζουμε να το επαναλαμβάνουμε, ότι για να ελευθερωθούμε από τη βία χρειάζεται χρόνος, αλλά αυτό είναι μία συνήθεια και μόνο και δεν υπάρχει σοφία πίσω από αυτό. Εξακολουθούμε να είμαστε βίαιοι. Επομένως ο χρόνος δεν είναι παράγοντας της ελευθερίας, το ιδανικό της μη-βίας, δεν ελευθερώνει το νου από τη βία. Και δεν μπορεί η βία απλώς και μόνο να σταματήσει, όχι αύριο, ή μετά από δέκα χρόνια;

        Θέλετε να πείτε ακαριαία;

        Όταν χρησιμοποιείτε αυτή τη λέξη, δεν συνεχίζετε να σκέφτεστε ή να αισθάνεστε με όρους του χρόνου; Μπορεί η βία να σταματήσει, αυτό είναι όλο, όχι σε κάποια στιγμή;

        Είναι κάτι τέτοιο δυνατό;

        Μόνο με την κατανόηση του χρόνου. Έχουμε συνηθίσει στα ιδανικά, έχουμε αποκτήσει τη συνήθεια να αντιστεκόμαστε, να καταπιέζουμε, να εξυψώνουμε, να υποκαθιστούμε, και όλα αυτά συνεπάγονται προσπάθεια και αγώνα μέσα στο χρόνο. Ο νους σκέφτεται μέσα από συνήθειες, έχει διαπλαστεί να δέχεται τη βαθμιαία πορεία και έχει καταλήξει να θεωρεί το χρόνο σαν το μέσο επίτευξης της ελευθερίας από τη βία. Με την κατανόηση του ψέματος της όλης αυτής πορείας, βλέπει κανείς την αλήθεια της βίας, και αυτό είναι ο λυτρωτικός παράγοντας, όχι το ιδανικό ή ο χρόνος.

        Όμως, δεν είναι πολύ δύσκολο να ελευθερώσει κανείς το νου από την συνήθεια;

        Είναι δύσκολο μόνο όταν μάχεσαι τη συνήθεια. Πάρτε τη συνήθεια του καπνίσματος, το να μάχεσαι αυτή την συνήθεια είναι να της δίνεις ζωή. Η συνήθεια είναι μηχανική, και το να της αντιστέκεσαι είναι να τροφοδοτείς τη μηχανή, να της δίνεις περισσότερη δύναμη. Αλλά αν εξετάσεις το νου και παρατηρήσεις τον σχηματισμό των συνήθειών σου, τότε με την κατανόηση του πλατύτερου ζητήματος, το μικρότερο γίνεται ασήμαντο και διαλύεται.

        Γιατί ο νους δημιουργεί συνήθειες;

        Να έχετε επίγνωση των τρόπων που δρα ο νους σας, και θα ανακαλύψετε γιατί. Ο νους δημιουργεί συνήθειες για να είναι εξασφαλισμένος, ασφαλής, βέβαιος, ανενόχλητος,, για να έχει συνέχεια. Η μνήμη είναι συνήθεια. Η ομιλία της γλώσσας είναι μία λειτουργία της μνήμης, της συνήθειας, αλλά κι εκείνο που εκφράζει κανείς σε μία γλώσσα, μία σειρά σκέψεων και αισθημάτων, είναι επίσης κι αυτό συνήθεια, που βασίζεται πάνω σε ό,τι του έχουν πει, στην παράδοση και τα λοιπά. Ο νους κινείται από το γνωστό στο γνωστό, δεν υπάρχει ποτέ ελευθερία από το γνωστό. Αυτό μας ξαναφέρνει εκεί όπου ξεκινήσαμε. Γενικώς παίρνουν ως δεδομένο ότι ο χρόνος είναι απαραίτητος για την πραγμάτωση του Υπέρτατου. Αλλά εκείνο που η σκέψη μπορεί να σκεφτεί εξακολουθεί να βρίσκεται μέσα στο πεδίο του χρόνου. Ο νους δεν μπορεί με κανένα τρόπο να διατυπώσει το άγνωστο. Μπορεί να κάνει υποθέσεις περί του αγνώστου, μα οι υποθέσεις του δεν είναι το άγνωστο.

        Τότε γεννιέται το πρόβλημα, πως μπορεί κανείς να πραγματώσει το Υπέρτατο;

        Όχι μέσω μιάς μεθόδου. Το να εξασκείς μία μέθοδο είναι το να καλλιεργείς μία ακόμα σειρά μνημών που σε δένουν στο χρόνο, αλλά η πραγμάτωση είναι δυνατή μόνο όταν ο νους δεν είναι πλέον δεμένος με τον χρόνο.

        Μπορεί ο νους να ελευθερώσει τον εαυτό του από τα δεσμά που ο ίδιος έχει δημιουργήσει; Δεν είναι απαραίτητος ένας εξωτερικός παράγων;

        Όταν προσβλέπετε σε έναν εξωτερικό παράγοντα, επιστρέφετε και πάλι στο καλούπι σας, στα συμπεράσματά σας. Το μόνο που μας ενδιαφέρει, είναι η ερώτηση: μπορεί ο νους να ελευθερώσει τον εαυτό του από τα δεσμά που ο ίδιος έχει δημιουργήσει; Κάθε άλλη ερώτηση είναι άσχετη και εμποδίζει το νου να προσέξει αυτή την ερώτηση. Δεν υπάρχει προσοχή, όταν υπάρχει κίνητρο, η πίεση για επίτευξη, για πραγμάτωση δηλαδή, όταν ο νους επιδιώκει ένα αποτέλεσμα, ένα σκοπό. Ο νους θ’ ανακαλύψει τη λύση αυτού του προβλήματος, όχι με την επιχειρηματολογία, τις γνώμες, τις πεποιθήσεις, αλλά με την ένταση αυτής της ίδιας της ερώτησης. …

=============

Σήμερα ξεκινήσαμε κάπως απότομα τη κουβέντα μας, αλήθεια, τώρα που μιλήσαμε για το ζήτημα αυτό πως νιώθετε;

        Ά … νιώθω πολύ καλά, όλο το κλίμα είναι καταπληκτικό, και ο καφές, σπάνια πίνω τόσο γευστικό καφέ, ίσως όμως να συμβαίνει αυτό επειδή βλέπω πως πράγματι, είμαστε μέρος αυτής της μοναδικής και αδιαίρετης εικόνας που είναι παντού.

        Τι λέτε, φεύγουμε;

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2020

Απλότητα και νοημοσύνη ...

Σε κώμη της ορεινής Αρκαδίας προ ημερών, τη γλυκιά ώρα που ο ήλιος έγερνε κατά την Εσπερία, ένα 20χρονο κορίτσι με φωτεινό πρόσωπο και χαμογελαστά μάτια, άφησε στο τραπεζάκι μου τον καφέ που είχα παραγγείλει. Στη μικρή και υποτυπώδη πλατεία που καθόμουν, τα τραπέζια ήσαν άδεια εκτός μιάς πολύβουης μικρής παρέας που καθόταν σε μιά άκρη και διάλυε τη σιωπή με τα κέφια της.

Καθώς άναβα το τσιγάρο μου, στο διπλανό μου τραπέζι ήρθε και κάθισε μιά ωραία γυναίκα. Διασταυρώθηκαν οι ματιές μας και με χαιρέτησε μ’ ένα βλέμμα καλοσύνης όπως πρόλαβα και διάκρινα. Ανταπέδωσα τον χαιρετισμό της και δεν άργησε κι αυτή να παραγγείλει στο γλυκό κορίτσι τον καφέ της. Κατά σύμπτωση, παράγγειλε κι αυτή ό,τι κι εγώ, έναν διπλό εσπρέσο.

Αντίκρυ μας υψωνόταν το βουνό και όπως το έλουζε ο ήλιος, χιλιάδες χρώματα αναδύονταν από το βαθύ πράσινο των πουρναριών. Ήταν γαλήνια η στιγμή και καθώς φαινόταν την απολαμβάναμε και οι δυό, ώσπου ξαφνικά με ρώτησε:

        Ξένος είστε κι εσείς εδώ;

        Στη κώμη ναι, ξένος, αλλά το χωριό μου είναι πίσω από το βουνό που ορθώνεται αντικρυστά μας, της απάντησα.

        Έχετε την ικανότητα ν’ ακούτε; Έστω κι αν αυτός που θέλει να σας μιλήσει είναι άγνωστος;

        Τι να σας πω, δεν ξέρω, αλλά αν πρόκειται να μου μιλήσετε για ό,τι σας πνίγει, πιθανόν, δεν έχετε παρά να δοκιμάσετε.

        Ξέρετε, όπως σας είδα, κάτι μου είπε μέσα μου ότι μπορώ να σας εκμυστηρευτώ τις σκέψεις μου. Να το επιχειρήσω;

        Ξεκινήστε και αν σας απογοητεύσω σταματάτε, εξάλλου δυό άγνωστοι μεταξύ μας άνθρωποι είμαστε, δεν έχετε να χάσετε τίποτε απολύτως. Αλλά ας το δούμε και διαφορετικά, βρισκόμαστε αυτή τη μαγική στιγμή στη καρδιά του Κόσμου, αυτό να ξέρετε δεν έγινε τυχαία, δεν υπάρχει τύχη, όλα όσα μας συμβαίνουν, γίνονται για κάποιο λόγο που δυστυχώς τον αγνοούμε, ας πούμε λοιπόν ότι βρισκόμαστε τώρα εδώ, δυό ξένοι επειδή το θέλει η Ειμαρμένη.

        Ωραία, ας το κάνουμε σαν ένα παράξενο παιχνίδι. Είμαι 45 ετών, έχω ένα γιό 21χρονο που σπουδάζει στο πολυτεχνείο της Ζυρίχης στην Ελβετία. Είμαι χωρισμένη 9 χρόνια αλλά είμαι καλά. Ο γιός μου είναι καλό παιδί και στη σχολή του πάει καλά. Οικονομικά προβλήματα δεν έχω αλλά και ο πρώην σύζυγός μου βοηθά πολύ στις σπουδές του παιδιού μας, Έχουμε χωρίσει αλλά δεν είμαστε εχθροί, καταλαβαίνετε.

        Αγαπάτε το παιδί σας;

        Φυσικά το αγαπώ, απάντησε αστραπιαία, ποιος αλήθεια δεν αγαπάει τα παιδιά του. Το ανέθρεψα με φροντίδα κι αγάπη κι όλα αυτά τα χρόνια απασχολήθηκα με τις χαρές και τις λύπες του, και με όλα τα άλλα πράγματα για τα οποία νοιάζεται μιά μητέρα. Αλλά είναι παράξενο που μου κάνατε αυτή την ερώτηση.

        Είναι;

        Βλέπετε, ποτέ δεν έχω μιλήσει για τον εαυτό μου σε κανένα, ούτε ακόμα και στην αδελφή μου ή στον πρώην σύζυγό μου και ξαφνικά να μου κάνει ένας άγνωστος αυτή την ερώτηση, μου φάνηκε τόσο παράξενο, παρόλο που πραγματικά θέλω να μιλήσω γι’ αυτό μαζί σας. Χρειάστηκα πολύ θάρρος για να ξεκινήσω μιά κουβέντα μαζί σας αλλά χαίρομαι που το κάνετε τόσο εύκολο για μένα να μιλήσω. Πάντα συνήθιζα ν’ ακούω αλλά όχι με την έννοια που ζήτησα από εσάς να κάνετε, αλλά και ποτέ κανείς δεν φάνηκε ν’ ακούσει κι εμένα, και ως επί το πλείστον ήμουν σιωπηλή. Ακούγοντας κανείς τους άλλους μαθαίνει, αλλά στα περισσότερα από αυτά που ακούει δεν υπάρχει τίποτε που να μην το ξέρει ήδη. Οι άνδρες κουτσομπόλευαν τόσο πολύ όσο και οι γυναίκες και επιπλέον γκρίνιαζαν για τη δουλειά τους και για τους μικρούς μισθούς. Μερικοί μιλούσαν για την αναμενόμενη προαγωγή τους, άλλοι για την κοινωνική μεταρρύθμιση, για το κοινωνικό κράτος, ή για το τι είπε ο ένας ή ο άλλος ειδήμων. Τους άκουγα όλους και ποτέ δεν άνοιξα την καρδιά μου σε κανένα. Μερικοί ήταν πιο έξυπνοι και άλλοι πιο ανόητοι από μένα, αλλά στα περισσότερα πράγματα δεν ήταν και τόσο διαφορετικοί από μένα. Μου αρέσει η μουσική, αλλά την ακούω μ’ ένα διαφορετικό αυτί. Τον περισσότερο καιρό ακούω τον έναν ή τον άλλον, αλλά υπάρχει επίσης και κάτι άλλο το οποίο ακούω, κάτι που διαρκώς μου ξεφεύγει. Μπορώ να σας μιλήσω γι’ αυτό;

        Αυτός δεν είναι ο λόγος που βρισκόμαστε μαζί τώρα εδώ;

        Ναι, υποθέτω ότι είναι. Βλέπετε, όπως σας είπα πριν είμαι 45 ετών και στα περισσότερα από αυτά ήμουν απασχολημένη με τους άλλους. Ήμουν απασχολημένη με χίλια-δυό πράγματα, όλη τη μέρα και κάθε μέρα. Με τον σύζυγό μου χώρισα και από τότε ήμουν απασχολημένη με το παιδί περισσότερο από πριν. Τώρα, κατά ένα περίεργο τρόπο στρέφομαι στον εαυτό μου όλη την ώρα.

        Μπορώ να σας βοηθήσω;

        Πολύ θα το ήθελα, και για έναν ακόμα λόγο, επειδή μου είστε άγνωστος.

        Είναι δύσκολο να είναι κανείς απλός μέχρι το τέλος οποιουδήποτε πράγματος, δεν είναι; Ζούμε κάτι που είναι απλό αυτό καθ’ αυτό, αλλά γρήγορα γίνεται περίπλοκο, είναι δύσκολο να διατηρηθεί μέσα στα όρια της πρωταρχικής απλότητας του. Δεν το αισθάνεστε ότι είναι έτσι;

        Κατά κάποιο τρόπο ναι. Υπάρχει κάτι το απλό στην καρδιά μου, μα δεν ξέρω τι σημαίνει όλο αυτό.

        Είπατε ότι αγαπάτε το παιδί σας. Ποιο είναι το νόημα αυτής της λέξης «αγάπη»;

        Σας είπα τι σημαίνει, το να αγαπάει κανείς το παιδί του, είναι να το φροντίζει, να δει μην του συμβεί τίποτε κακό, να μην κάνει πάρα πολλά σφάλματα, να το προετοιμάσει για μία καλή δουλειά, να κάνει ένα καλό γάμο, και τα λοιπά.

        Αυτό είναι όλο;

        Τι περισσότερο μπορεί να κάνει μιά μητέρα;

        Αν μου επιτρέπετε, η αγάπη σας για το παιδί σας γεμίζει ολόκληρη τη ζωή σας κι όχι απλώς ένα μέρος της;

        Όχι, το αγαπώ, αλλά αυτό ποτέ δεν γέμισε ολόκληρη τη ζωή μου. Οι σχέσεις μου με τον σύζυγό μου ήταν διαφορετικές, εκείνος μπορεί να γέμιζε τη ζωή μου, αλλά όχι το παιδί. Και τώρα που έχει μεγαλώσει κι έγινε άνδρας έχει τη δική του ζωή να ζήσει. Με αγαπά και το αγαπώ. Αλλά η σχέση ανάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα είναι διαφορετική, και θα βρουν την πληρότητα της ζωής τους όταν παντρευτούν.

        Δεν θελήσατε ποτέ το παιδί σας να εκπαιδευτεί σωστά έτσι ώστε να βοηθήσει στο σταμάτημα των πολέμων, και να μη σκοτώνονται για κάποια ιδεολογία ή για να ικανοποιούν τη δίψα κάποιου πολιτικού για δύναμη; Η αγάπη σας δεν σας κάνει να θέλετε να το βοηθήσετε να δημιουργήσει ένα διαφορετικό είδος κοινωνίας, μιά κοινωνία στην οποία το μίσος, ο ανταγωνισμός, ο φθόνος, θα έχουν πάψει να υπάρχουν;

        Μα τι μπορώ να κάνω εγώ γι’ αυτό; Εγώ η ίδια δεν έχω εκπαιδευτεί σωστά, επομένως πως είναι δυνατόν να βοηθήσω στη δημιουργία μιάς νέας κοινωνικής κατάστασης;

        Δεν αισθάνεστε έντονα πάνω σ’ αυτό;

        Φοβάμαι, όχι. Αισθανόμαστε ποτέ έντονα σε οποιοδήποτε πράγμα;

        Τότε η αγάπη δεν είναι κάτι δυνατό, το ζωτικό, το άμεσα απαραίτητο;

        Θα έπρεπε να είναι, αλλά για τους περισσότερους από μας δεν είναι. Αγαπώ το γιό μου και προσεύχομαι να μην του συμβεί τίποτε κακό, αν του συμβεί, τι άλλο μπορώ να κάνω παρά να κλάψω με πικρά δάκρυα γι’ αυτό;

        ΑΝ έχετε αγάπη, δεν είναι αρκετά δυνατή για να σας κάνει να δράσετε; Η ζήλεια, όπως και το μίσος, είναι δυνατή, και προκαλεί δυναμική, ρωμαλέα δράση. Αλλά η ζήλεια δεν είναι αγάπη. Έτσι, ξέρουμε τι είναι αγάπη;

        Πάντα νόμιζα ότι αγαπούσα το παιδί μου, ακόμα και αν αυτό δεν ήταν το μεγαλύτερο πράγμα στη ζωή μου.

        Υπάρχει τότε μιά μεγαλύτερη αγάπη στη ζωή σας από την αγάπη σας για το παιδί σας;

        Δεν είναι εύκολο να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, και αισθανόταν άβολα και σε αμηχανία καθώς το θίξαμε. Για λίγη ώρα δεν μίλησε και μείναμε χωρίς να πούμε λέξη.

        Ποτέ δεν είχα πραγματικά αγαπήσει, άρχισε απαλά. Ποτέ δεν είχα αισθανθεί τόσο πολύ βαθιά για ό,τιδήποτε. Συνήθιζα να ζηλεύω πολύ και ήταν τρομερά έντονο αίσθημα. Μου γέμιζε την καρδιά και την έκανε βίαιη. Έκλαιγα, έκανα σκηνές, αλλά όλα αυτά έχουν περάσει, έχουν σβήσει. Επίσης και η σεξουαλική επιθυμία ήταν πολύ έντονη, αλλά με το παιδί ελαττώθηκε και τώρα έχει τελείως εξαφανιστεί. Τα αισθήματά μου για το παιδί μου δεν είναι ό,τι θα έπρεπε να είναι. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ό,τιδήποτε πολύ έντονα, εκτός από τη ζήλεια και το σέξ. Και αυτό δεν οδηγεί πολύ μακριά, οδηγεί;

        Όχι και πολύ μακριά.

        Τότε τι είναι αγάπη; Προσκόλληση, ζήλεια, ακόμα και το μίσος, είναι αυτά που συνήθιζα να θεωρώ αγάπη και φυσικά και τις σεξουαλικές σχέσεις. Αλλά βλέπω τώρα ότι οι σεξουαλικές σχέσεις είναι ένα πολύ μικρό μέρος ενός μεγαλύτερου πράγματος. Το μεγαλύτερο πράγμα δεν το γνώρισα ποτέ, και αυτός είναι ο λόγος που το σέξ έγινε τόσο απαιτητικά σημαντικό, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Όταν κι αυτό έσβησε, νόμισα ότι αγαπούσα το παιδί μου, αλλά το γεγονός είναι ότι το αγαπούσα, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη, μόνο με ένα πολύ μικρό τρόπο και παρόλο που είναι καλό παιδί, είναι κι αυτό σαν χιλιάδες άλλα. Υποθέτω ότι όλοι είμαστε μετριότητες, ικανοποιημένοι με ασήμαντα πράγματα, με τη φιλοδοξία, την ευμάρεια, τον φθόνο. Οι ζωές μας είναι ασήμαντες, είτε ζούμε σε παλάτια είτε σε καλύβες. Τώρα όλα αυτά τα βλέπω πολύ καθαρά, πράγμα που δεν το έκανα ποτέ πριν, αλλά καθώς πρέπει να ξέρετε, δεν είμαι μορφωμένη.

        Η εκπαίδευση δεν έχει τίποτε να κάνει με αυτό, η μετριότητα δεν είναι μονοπώλιο του ανεκπαίδευτου. Ο πολυμαθής, ο επιστήμονας, ο πολύ έξυπνος, κι αυτός μπορεί επίσης να είναι μιά μετριότητα. Η ελευθερία από τη μετριότητα, από την ασημαντότητα, δεν είναι ζήτημα τάξης ή μάθησης.

        Αλλά δεν έχω σκεφτεί πολύ, δεν έχω αισθανθεί πολύ, η ζωή μου ήταν ένα θλιβερό πράγμα.

        Ακόμα και όταν αισθανόμαστε έντονα, είναι συνήθως για τέτοια μικρά πράγματα, για την προσωπική και την οικογενειακή εξασφάλιση, για τη σημαία, για κάποιο θρησκευτικό ή πολιτικό ηγέτη. Τα αισθήματά μας είναι πάντα υπέρ ή κατά κάποιου πράγματος. Δεν είναι σαν τη φωτιά που καίει ζωηρά, χωρίς καπνό.

        Αλλά ποιος θα μας δώσει αυτή τη φωτιά;

        Το να εξαρτάσαι από κάποιον άλλον, το να προσμένεις από έναν ειδήμονα, έναν ηγέτη, είναι το να αφαιρείς τη μοναχικότητά από την αγνότητα της φωτιάς. Αυτό, δημιουργεί καπνό.

        Τότε, αν δεν πρέπει να ζητήσουμε βοήθεια, θα πρέπει να έχουμε φωτιά για ν’ αρχίσουμε.

        Καθόλου. Στην αρχή η φωτιά δεν υπάρχει, θα πρέπει να τη φουντώσει κανείς, θα πρέπει να υπάρξει φροντίδα, ένα σοφό παραμέρισμα, με κατανόηση των πραγμάτων εκείνων που κάνουν τη φωτιά να καπνίζει, που καταστρέφουν την καθαρότητα της φλόγας. Τότε μόνο υπάρχει η φωτιά που τίποτε δεν μπορεί να τη σβήσει.

        Αλλά αυτό χρειάζεται νοημοσύνη, που εγώ δεν την έχω.

        Ναι, την έχετε. Όταν βλέπετε για τον εαυτό σας πόσο μικρή είναι η ζωή σας, πόσο λίγη η αγάπη σας, όταν αντιλαμβάνεστε τη φύση της ζήλειας, όταν αρχίζετε να έχετε επίγνωση του εαυτού σας σε κάθε σχέση, υπάρχει ήδη η κίνηση της νοημοσύνης. Η νοημοσύνη είναι ζήτημα σκληρής δουλειάς, γρήγορη αντίληψη των πανούργων τεχνασμάτων του νού, η αντιμετώπιση του γεγονότος και το ξεκάθαρο «σκέπτεσθαι», χωρίς υποθέσεις ή συμπεράσματα. Για να ανάψετε τη φωτιά της νοημοσύνης και να τη διατηρήσετε αναμμένη, χρειάζεται εγρήγορση και μεγάλη απλότητα.

        Είναι ευγενικό έκ μέρους σας να λέτε ότι έχω νοημοσύνη, αλλά έχω;

        Είναι καλό να εξετάζεις, αλλά όχι να βεβαιώνεις ότι έχεις ή δεν έχεις. Το να εξετάσεις σωστά, είναι αυτό το ίδιο η αρχή της νοημοσύνης. Εμποδίζετε τη νοημοσύνη στον εαυτό σας με τις ίδιες σας τις πεποιθήσεις, τις γνώμες, τις διαβεβαιώσεις και τις αρνήσεις. Η απλότητα είναι ο δρόμος της νοημοσύνης, όχι η απλή επίδειξη της απλότητας στα εξωτερικά πράγματα και στη συμπεριφορά, αλλά η απλότητα του εσωτερικού μη-είναι. Όταν λέτε «ξέρω», βρίσκεστε στο μονοπάτι της μη-νοημοσύνης, αλλά όταν λέτε «δεν ξέρω», και πραγματικά το αισθάνεστε, έχετε ήδη ξεκινήσει στο μονοπάτι της νοημοσύνης. Όταν ένας άνθρωπος δεν ξέρει, κοιτάζει, προσέχει, εξετάζει. Το να «ξέρεις» είναι το να συσσωρεύεις, και αυτό που συσσωρεύεις ποτέ δεν θα γνωρίσεις, δεν είναι νοήμον.

        Αν βρίσκομαι στο μονοπάτι της νοημοσύνης επειδή είμαι απλή και δεν ξέρω πολλά …..

        Το να σκέφτεται κανείς με όρους του «πολύ» σημαίνει το να είναι μη-νοήμων. Το «πολύ» είναι μιά συγκριτική λέξη και η σύγκριση βασίζεται στη συσσώρευση.

        Ναι, το βλέπω αυτό, αλλά όπως έλεγα, αν κανείς βρίσκεται στο μονοπάτι της νοημοσύνης επειδή είναι απλός και πραγματικά δεν ξέρει τίποτε, τότε θα έλεγε κανείς πως η νοημοσύνη είναι όμοια με την άγνοια.

        Η άγνοια είναι άλλο πράγμα, και η κατάσταση του μη γνωρίζειν ένα τελείως διαφορετικό. Τα δύο δεν σχετίζονται με κανένα τρόπο. Μπορεί να είστε πολυμαθής, έξυπνη, ικανή, ταλαντούχα, κι όμως να βρίσκεστε σε άγνοια. Υπάρχει άγνοια, όταν δεν υπάρχει αυτογνωσία. Ο άνθρωπος που αγνοεί είναι εκείνος που δεν έχει επίγνωση του εαυτού του, που δεν ξέρει τις ίδιες του τις πλάνες, τις ματαιοδοξίες, τους φθόνους και τα λοιπά. Η αυτογνωσία είναι ελευθερία. Μπορεί να ξέρετε τα πάντα για τα θαύματα της γης και του ουρανού και όμως να μην είστε ελεύθερη από το φθόνο και από τη θλίψη. Όταν λέτε «δεν ξέρω», μαθαίνετε. Το να μαθαίνεις δεν είναι το να συσσωρεύεις, είτε γνώση, είτε πράγματα, είτε σχέσεις. Το να είσαι νοήμων είναι να είσαι απλός, αλλά το να είσαι απλός είναι εξαιρετικά δύσκολο.

        Σας ευχαριστώ πολύ που πραγματικά με ακούσατε, που σπαταλήσατε το χρόνο σας με τους δικούς μου δαίμονες.

        Δεν σπατάλησα κανένα χρόνο μαζί σας, για έναν πολύ απλό λόγο, τόση ώρα που κουβεντιάζαμε βρισκόμασταν και οι δυό στο παρόν. Νιώσατε εσείς καθόλου τον χρόνο;

        Ναι, έχετε δίκιο, τόση ώρα ο χρόνος είχε εξαφανισθεί. Θέλετε να συνεχίσουμε αύριο τη κουβέντα μας;

        Φυσικά, αλλά όχι εδώ, αύριο, την ίδια ώρα προτείνω να πάμε στην ……………

        Φυσικά …

Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;

Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;   Εκμεταλλευόταν ο Ένγκελς τους εργαζομένους που είχε μέσω της υπεραξίας; Το ερώτημα αυτό τέθηκε αλλά δεν είμα...