Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Οι αναλυτές γκρεμίζουν - τα χελιδόνια κτίζουν...

Είπα να φύγω για ένα-δυό μήνες από την αμαρτωλή πόλη -κάποτε και αρματωλή, όταν ο Λάμπρος Βέϊκος λιάνιζε τούρκους με γαλβανιζέ σπαθιά-, να φύγω μπάς και ησυχάσω από την επανάσταση που με κυκλώνει σε κάθε μου βήμα. Στην πόλη μας, αν καθίσεις να μετρήσεις πόσοι συμπολίτες μας είναι αριστεροί, θα τρομάξεις, μπορώ να πω χωρίς φόβο πως αποτελούν την πλειοψηφία σε πολύ μεγάλα μεγέθη. Καλά, ίσως αναρωτηθεί κάποιος αφελής, και τότε πως η πόλη αυτή έχει δεξιό Δήμαρχο; Μα η απάντηση είναι πολύ απλή, διότι όλοι οι αριστεροί ψηφίζουν δεξιό Δήμαρχο για ν’ αγανακτούν στη συνέχεια μαζί του και να βρίσκονται σε κουβέντες. Κάπως την ονομάζει η επιστήμη της ψυχιατρικής τούτη την τάση αλλά μου διαφεύγει, συμπαθάτε με.

Διασκορπισμένοι οι αγανακτισμένοι σε διάφορα στέκια ή και σε πλατείες, φωνασκούν, απειλούν, αναλύουν, μιλάνε ελεύθερα και κανείς φυσικά δεν ακούει κανέναν, ο καθένας ακούει μόνο τον νάρκισσο εαυτό του, του φτάνει και του περισσεύει η δική του γνώμη, τι να τις κάνει τις άλλες; Στο ίντερνετ οι γηραιοί αριστερόστροφοι έχουν για πρόεδρό έναν νεότερό τους που παλεύει πράγματι να κρατήσει τη ρότα της κουβέντας σε ανεκτά επίπεδα. Στην πλατεία της Πηγής, άλλη ομάδα, πιο σοφιστικέ τάχα μου, κάνει οικονομικές αναλύσεις. Από τότε που έκλεισε το Papagalino (επί της Βέϊκου), εκεί δηλαδή που στέναζε η Wall Street του Γαλατσίου, οι επιζώντες επενδυτές και αναλυτές, βρίσκουν παρηγοριά δίπλα στην ξερή πηγή του Μοστρού, αναπολώντας παλιά μεγαλεία.

Έτερη ομάδα συγκεντρώνεται στο 48, αυτή δε απαρτίζεται από το συντηρητικό στοιχείο της πόλης. Τα λιγοστά μέλη της όμως δεν αναλύουν, είναι κοντά στην εξουσία, πιότερο σχεδιάζουν, γράφουν ενίοτε και κάποιον ξύλινο λόγο, αλλά μέχρι εκεί, δεν έχουν την φαντασία των αριστερόστροφων του ίντερνετ. Τι καινούργιο να μάθει κανείς άραγε από συντηρητικούς σχεδιαστές;


Τα νέα, συγκλονιστικά μερικές φορές μάλιστα, λέγονται στο Gallo, στο καλύτερο καφέ της πόλης (μακράν καλύτερο). Όσο απολαμβάνουν τον καφέ τους επικρατεί ησυχία, μετά όμως την ζημιά την αρχίζει ένας φίλα προσκείμενος στον κομμουνισμό κάνοντας την κριτική του. Κριτική σκληρή, ανελέητη, δίκαιη, όπως αρμόζει άλλωστε σε έναν έν δυνάμει τέλειο άνθρωπο. Τον έν δυνάμει κομμουνιστή πλαισιώνουν φοβισμένοι (μερικές φορές) ένας δημοσιογράφος, ένας καθηγητής και ένας άλλος. Αργά κυλά ο χρόνος μέχρι να βγάλει τον βαθύ αναστεναγμό του ο έχων τις αντιρρήσεις του, και ακούει η πλατεία Κύπρου κάθε τόσο «άχ βρε Γιώργαρε».

Είπα να φύγω ένα-δυό μήνες, να πάω ψηλά στο βουνό να ηρεμήσω από την ανάλυση και τη σύγκρουση, τη βία που έχει μέσα του κάθε πολιτικός λόγος. Έφτασα χαρούμενος στην καλύβα ψηλά στο βουνό και το πρώτο πράγμα που αντίκρυσα, ήταν η χελιδονοφωλιά. Τα άτιμα τα χελιδόνια, καλά έκαναν και την έκτισαν με τρόπο περίτεχνο, χάθηκε μετά να σκουπίσουν τον τοίχο που λέρωσαν;

Ας ακούσω όμως ένα βουκολικό άσμα από τα μέρη μου μπάς και ηρεμήσω από τα συμβάντα της ζωής……


Σάββατο 3 Ιουλίου 2021

Καψούρες...



Το ραδιόφωνο -που δεν γνωρίζω τον σταθμό που ακούω- έχει πιάσει τα ρεμπέτικα. Πριν άκουγα τον Πρόδρομο Τσαουσάκη με το μπεγλέρι του (με τις 16 χάντρες του) πιο πριν «τούτοι οι μπάτσοι πού ‘ ρθαν τώρα», του Μπάτη νομίζω, μόλις τώρα άδει ο Ανέστης Δελιάς κι η παρέα του Πειραιά, αργότερα ποιος ξέρει τι θ’ ακούσω. Είναι ιεροσυλία νομίζω, ν’ ακούς τέτοια άσματα και άλλη στιγμή ν’ ακούς το κλάμα από τα σκυλοτράγουδα. Όσο και να κλαίνε όμως τα καψουροτράγουδα, τον πόνο του Καζαντζίδη δεν τον φτάνουν. Γιατί; Διότι τότε η μισή Ελλάδα ήτανε στις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου, σκυφτή, μέσα στις καπνισμένες στοές και βίωνε την «αγία μετανάστευση» του άθλιου πολιτικού Κανελλόπουλου, που αργότερα έγινε κι αυτός ευπατρίδης. Για λόγους που αγνοώ, όλοι οι ελεεινοί πολιτικοί, όταν γεράσουν αποκτούν τίτλους που δεν τους αξίζουν, έτσι έγινε εθνάρχης ο Καραμανλής, κάπως έτσι παλιότερα κι ο Βενιζέλος, έτσι θα γίνουν αύριο και οι σημερινές πολιτικές μετριότητες, για τον Ανδρέα δε μιλάμε, ήταν ένας Όλυμπος μονάχος του! Μετά φάνηκαν κάτι βουτυρόπαιδα τύπου Alexis and Koulis Phofi and Koutsoubas. Κουβέντα να γίνεται και να πάλλονται τα συναισθήματα.

Στην πολύβουη όμως πόλη μας, τα συναισθήματα φουντώνουν σαν ακούγεται το όνομα του Δημάρχου μας. Συναισθήματα φίλια και εχθρικά, υψώνονται και λαμβάνει καθημερινά τροφή ο Δήμαρχος μας, τροφή που τον συντηρεί και τον έχει στη πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Μέγιστη φυσικά συμβολή στο αλισβερίσι αυτό έχουν τα κοινωνικά μέσα. Κέφι να έχει κάποιος και περνά καλά μαθαίνοντας την πολιτική ζωή της πόλης μας. Παράλληλα με τα κοινωνικά μέσα, ρόλο σημαντικό παίζουν οι λειχοπίνακες, οι αιώνιοι αυτοί τσανακογλείφτες που τρώνε από τα αποφάγια της εκάστοτε εξουσίας. Από αδυναμία δεμένη στο άρμα της εξουσίας τούτη η ράτσα των λειχοπινάκων, συμβάλει στο καλό όνομα που έχει αποκτήσει ο Δήμαρχος μας. Πέρα όμως από λειχοπίνακες και κάθε καρυδιάς καρύδι, αληθές είναι ότι, ο Δήμαρχος αυτός, είναι ο καλύτερος που είχε ποτέ η πόλη μας. Πολύ μακράν εννοείται και από την δυναστεία Παπαδιονυσίου, τότε που ο σοσιαλισμός έψαχνε εναγωνίως τον τρίτο δρόμο αλλά τον έχασε, μπερδεύτηκε, πήρε τον κατήφορο και χάθηκε δια παντός, ευτυχώς δηλαδή.

Μπορεί να είναι μακράν ο καλύτερος Δήμαρχος που συνάντησε ποτέ η πόλη μας, αλλά και αυτός έχει αδυναμίες και θα κάνει και τις τανζανιές του, όπως το στήσιμο της κόκκινης Παναγιάς στο καταπράσινο ντεκόρ του Άλσους Βέϊκου. Δένει αλήθεια το κόκκινο με το πράσινο; Γιατί όχι; Εδώ έδεσε το βρώμικο ’89 ο φιλελευθερισμός με τον κομμουνισμό και την μαϊμού αριστερά (τους αναθεώρες) και συγκινήθηκε το πανελλήνιο. Η κόκκινη Παναγιά, δεν ξέρω αν συγκινεί τα χρηστά πλήθη της πόλης μας, αλλά όταν νομιμοποιηθεί (θα γίνει κάποτε κι αυτό) θα ξεχαστεί η τανζανιά του Δημάρχου μας και θα παραμείνει η συγκίνηση ώς η μόνη σταθερά.

Τώρα ακούω τον «Θερμαστή» του Μπάτη. Ώρα να βγώ έξω να πάρω καθαρό αέρα. Όχι άλλο κάρβουνο!


Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;

Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;   Εκμεταλλευόταν ο Ένγκελς τους εργαζομένους που είχε μέσω της υπεραξίας; Το ερώτημα αυτό τέθηκε αλλά δεν είμα...