Τρίτη 30 Μαΐου 2023

Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο Βασ. Τζώρτζου

 

Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο
Βασ. Τζώρτζου

 

Προ καιρού, περπατούσα παράλληλα με την Λ. Βέϊκου, την οδό Πλάτωνος, τον δρόμο που εξακολουθεί και φιλοξενεί κάθε Πέμπτη την λαϊκή αγορά – τουλάχιστον μέχρι να λειτουργήσει σε 8-9 χρόνια το ΜΕΤΡΟ. Στο ύψος περίπου του παλιού μπακάλικου του Μαρινάκη -ο χώρος βρίσκεται σε λειτουργία και σήμερα αλλά δεν γνωρίζω την χρήση του-, συνάντησα έναν σεβάσμιο γέροντα με το μπαστούνι του να προχωρά αργά. Κοντοστάθηκα, διότι η φιγούρα του μου ήταν οικεία.

Αυτόματα, ο νους έτρεξε με ταχύτητα φωτός στο μακρινό παρελθόν, πριν 30-35 περίπου χρόνια, και περισσότερα ίσως σαν παιδί που ήμουν κι αλώνιζα την χωμάτινη πόλη μας με συμμαθητές, φίλους και γείτονες, πότε παίζοντας ποδόσφαιρο σε αλάνες, πότε σκαρφαλώνοντας στις μουριές να φάμε μούρα και να λερωθούμε, πότε να παίζουμε γκαζάκια ή να φτιάχνουμε πατίνια και να κάνουμε κόντρες – ματωμένοι, λασπωμένοι, σκονισμένοι, βρώμικοι από το παιχνίδι αλλά και πάντοτε δυνατοί ν’ αντέχουμε το ξύλο που έπιπτε από την μάνα μετά στο σπίτι. 

Στην αναδρομή αυτή του μυαλού, στη θέση του σεβάσμιου γέροντα έβαλα τον κύρ Βασίλη, αυτόν τον σπάνιο άνθρωπο που είχε το Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο στην γωνία Λ. Βέϊκου και Αφαίας, εκεί που λειτουργεί σήμερα το απρόσωπο και άχρωμο κατάστημα της Win-Nova και αγοράζει ο πελάτης data για να είναι διαρκώς συνδεδεμένος, απασχολημένος, σαν μέλος πλέον της παγκόσμιας κοινότητας. Ο Κυρ Βασίλης πούλαγε στο κατάστημα του γυάλινα μπουκάλια με γάλα, γιαούρτια, γλυκά, σοκολάτες, μπύρες, και παράλληλα από το απόγευμα και μετά, έφτιαχνε στον διπλανό χώρο που επικοινωνούσε με το κατάστημά του, σουβλάκια καλαμάκια και είχε τρία-τέσσερα τραπεζάκια. Για την γεύση από τα σουβλάκια αυτά, είχα μιλήσει παλαιότερα σε ένα αφιέρωμα που είχα κάνει για τα φαρμακεία της πόλης μας. Νοστιμιά ασύγκριτη και σήμερα πλέον δυσεύρετη μιάς και έχουν αλλάξει τα πάντα από τότε σε βάρος της ποιότητας. Αυτό τουλάχιστον πιστεύω.

Ο κύρ Βασίλης, είχε ένα απίθανο χαμόγελο, με αυτό κυρίως σου μιλούσε μιάς και ήταν λιγομίλητος στις κουβέντες του, σοβαρός, εχέμυθος, προσηνής, ευδιάθετος και διέθετε ένα σπάνιο και λεπτό χιούμορ. Το πυκνό μαλλί του έπειτα από τόσα χρόνια που τον είδα πάλι, είχε αλλάξει μόνο κατά το χρώμα του, έγινε λευκό, σε συνδυασμό όμως με το στωικό του ύφος, εξέπεμπε μία όμορφη και γεμάτη ενέργεια αύρα.

Τους ζεστούς καιρούς της χρονιάς, ο κύρ Βασίλης, έξω από το κατάστημά του έβγαζε τραπέζια και καρέκλες και καθόταν ο κόσμος να πιεί μία πορτοκαλάδα, να φάει ένα παγωτό το παιδί, να φάνε σουβλάκια και να πιούνε μπύρες οι μεγάλοι. Αργά αλλά σταθερά, εκείνος ο χώρος έγινε στέκι πολλών κατοίκων της πόλης μας. Αργότερα, μεταφέρθηκε λίγα μέτρα παραδίπλα, στον χώρο που λειτουργεί σήμερα το εμπορικό κατάστημα Status.

Έχοντας από καιρό στο νου μου -από τότε που είδα τον κύρ Βασίλη στην οδό Πλάτωνος δηλαδή-, να κάνω γι’ αυτόν ένα μικρό αφιέρωμα, διότι με την πολυετή παρουσία του σημάδεψε την παλιά ζωή της πόλης μας, άρχισα να ψάχνω για φωτογραφικό υλικό που να δίνει το στίγμα του παρελθόντος. Παράλληλα, μου ήρθαν όμως και μνήμες που τις ανέσυρα για να φανερωθεί κυριολεκτικά ένας άλλος κόσμος, χαμένος σήμερα που δεν παύει όμως να είναι ο δικός μας κόσμος. Με τον δικό του μοναδικό τρόπο ιστορούσε κάποια φορά: «Το πρωί, μπαίνει στο λεωφορείο η κυρία και καθώς της κόβω το εισιτήριό της την καλημερίζω. Το μεσημέρι από την οδό Στουρνάρη, μπαίνει στο λεωφορείο η ίδια κυρία και πάλι την χαιρετάω δίνοντάς της το εισιτήριο. Το απόγευμα, έρχεται στο μαγαζί να πάρει γάλα η ίδια κυρία και την καλησπερίζω πίσω από τον πάγκο. Το βράδυ, η ίδια κυρία, έρχεται στον κινηματογράφο[1] να δεί ένα έργο και την καλησπερίζω έκ νέου ευρισκόμενος πίσω από τον γκισέ των εισιτηρίων, δεν πίστευε ότι ήμουν παντού εγώ».

Με τον μοναδικό αυτό τρόπο ο κύρ Βασίλης, περιέγραφε μία πλήρη ημέρα του δουλεύοντας από το πρωί μέχρι το βράδυ σε τρείς διαφορετικές δουλειές. Πράγματι, ήταν εισπράκτορας στο λεωφορείο του Μαρίνη Ξυνή, μετέπειτα κουμπάρου του. Τα λεωφορεία εκείνη την εποχή ήταν ιδιωτικά και το καθένα από αυτά είχε φυσικά και τον εισπράκτορά του. Μέσα στα λεωφορεία γεννιόντουσαν σουρεαλιστικές καταστάσεις σε καθημερινή βάση. Αντάμωναν για παράδειγμα δυό φίλοι σ’ αυτό, ο ένας -λόγω της πολυκοσμίας-, ήταν όρθιος πίσω από τον οδηγό, ο άλλος, κι αυτός όρθιος κοντά στον εισπράκτορα και κουβέντιαζαν, έλεγαν τα προβλήματά τους και οι επιβάτες του λεωφορείου όχι μόνο άκουγαν αλλά πολλές φορές έπαιρναν και μέρος στην κουβέντα.  

Προ ημερών, έγραφα για τα καταφύγια του Γαλατσίου, αλλά δεν γνώριζα αν υπήρχαν (ή υπάρχουν και που), να όμως, που έρχεται η θύμηση από τον κυρ Βασίλη, όπου σε ερώτηση θαμώνων για το που επιστρατευόταν έν καιρώ πολέμου, έλεγε με τον μοναδικό του τρόπο: «εγώ είμαι λοχίας, και είμαι φύλακας στο καταφύγιο, θα φυλάω τα γυναικόπαιδα με ασφάλεια. Το καταφύγιο στη ΛΑΤΟ είναι μεγάλο και χωράει πολύ κόσμο». Υπάρχει λοιπόν μία μαρτυρία από έναν παλιό Γαλατσιώτη για την ύπαρξη ενεργών καταφυγίων στην πόλη μας, άσχετα βέβαια αν η κουβέντα αυτή ειπώθηκε πριν 30-35 χρόνια.

Το Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο ο κυρ Βασίλης το άνοιξε γύρω στο 1962 και το μετέφερε παραδίπλα γύρω στο 1983-84. Το 1997 συνταξιοδοτήθηκε και το έκλεισε οριστικά και μαζί με το θαυμάσιο αυτό κατάστημα, έκλεισε ίσως οριστικά μία ολόκληρη εποχή για την πόλη μας. Έπειτα από πολλά και σκληρά χρόνια εργασίας, επισκέφτηκε το χωριό του σαν συνταξιοδοτήθηκε και όπου περνούσε εκεί όλα του τα καλοκαίρια. Το Περιβόλι Σπερχειάδας, απ’ όπου η καταγωγή του, είναι κοντινό, ίσως μάλιστα και γειτονικό, με το χωριό του Φάνη Ρούσσα, του παλιού κρεοπώλη της πόλης μας. 

Ένα χρόνο νομίζω πριν κλείσει οριστικά το Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο του ο κυρ Βασίλης, αργά το μεσημέρι -πηγαίνοντας για το σπίτι, παρκάρω απέναντι, στο ύψος του φαρμακείου του Στράτου και περνάω απέναντι για να πάρω γάλα. Έξω, σε ένα τραπέζι καθόταν κι έπινε γάλα ο ταξίαρχος, ένας κοντογείτονας που υπηρετούσε στο Πεντάγωνο, στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων, με την στολή του αλλά αξύριστος, αχτένιστος, ατημέλητος, με μάτια πρησμένα από την αϋπνία, αυτός που πάντοτε ήταν στην τρίχα, και μαζί μ’ αυτόν καθόταν κι ένας φίλος του όπως κατάλαβα. Άθελά μου έγινα ωτακουστής στα ειπωθέντα και κοντοστάθηκα:

--Καλά είσαι; Ρώτησε ο άγνωστος σε μένα τον ταξίαρχο.
--Όχι, απάντησε αυτός.
--Τα χάλια σου έχεις, το βλέπω, για πες μου.
--Τι να σου πω; Πριν από λίγο έδωσα την παραίτησή μου στον Λυμπέρη (Α/ΓΕΕΘΑ).
--Για τα Ίμια; Ρώτησε έκ νέου ο φίλος του.
--Ναι, απάντησε αμέσως, αλλά τη φορά αυτή βουρκωμένος. Φίλε μου, τα Ίμια τα χαρίσαμε στους Τούρκους, χάσαμε την πατρίδα μας χωρίς σφαίρα. Μπορούσαμε πολύ εύκολα, να στείλουμε ολόκληρο τον Τούρκικο στόλο πενήντα χρόνια πίσω, τους είχαμε κλεισμένους σε κλουβί, αλλά αντ’ αυτού, δίχως λογική εξήγηση αποσύραμε τις δυνάμεις μας.

Λίγες μέρες αργότερα, παιδικός μου φίλος επιστρέφοντας από το Τόκιο (Ιαπωνία) για τις δουλειές της εταιρείας του, μου είπε ό,τι και ο ταξίαρχος στον φίλο του: «βλέπαμε στην τηλεόραση εικόνες κι έλεγαν ότι οι Έλληνες έχουν κυκλώσει και ακινητοποιήσει ολόκληρο τον Τούρκικο στόλο». Εμείς εδώ, άλλα μαθαίναμε βέβαια και σαν κράτος υποτελές, διά του πρωθυπουργού μας, ευχαριστούσαμε από το βήμα της Βουλής την Αμερική που μας επέτρεψε και γκριζάραμε τα Ίμια.  

Αυτό είναι το τελευταίο συμβάν που σφήνωσε στα έγκατα της μνήμης από το Καφέ-Γαλακτοπωλείο-Ζαχαροπλαστείο του κυρ Βασίλη Τζώρτζου, ενός γλυκύτατου ανθρώπου που άφησε το δικό του αποτύπωμα στην γενέθλια πόλη μας. Περίπου 95 χρονών σήμερα ο κυρ Βασίλης, δεν πολύ-βγαίνει έξω όπως πληροφορήθηκα για τις ανάγκες του αφιερώματος, είναι όμως καλά.

Κυρ Βασίλη, αν διαβάσεις, ή αν σου μεταφέρουν όσα εδώ λέγονται, ήσουν η ψυχή της Λ. Βέϊκου των δύσκολων αλλά ανέμελων χρόνων, το σημείο αναφοράς και συνάντησης των μεγάλων, και ήσουν κι εσύ εκείνη την περίοδο μαζί με άλλους επαγγελματίες, που σφράγισες με την παρουσία σου την πόλη μας – που τότε ήταν πραγματική Κοινότητα και όχι αυτό το έκτρωμα που βιώνουμε σήμερα.

==========

Οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται και βρίσκονται στην κατοχή μου πολλά χρόνια δίχως να θυμάμαι την αρχική τους προέλευση, έχουν στο πίσω μέρος τους τις πληροφορίες που θα διαβάσετε στη συνέχεια. Επίσης, αν τα παιδιά του κυρ Βασίλη τύχει και διαβάσουν το αφιέρωμα αυτό προς τον πατέρα τους, ας επικοινωνήσουν με το e-galatsi για να παραλάβουν αν το επιθυμούν, τις φωτογραφίες αυτές.

Πρώτη φωτογραφία: Στο ποδήλατο διακρίνεται ο Σπύρος Τζώρτζος (αδερφός του κυρ Βασίλη) την Άνοιξη του 1967 με την ανεψιά του. Είναι επί της Λ. Βέϊκου, ανάμεσα στους δρόμους Χρήστου Λαδά & Μεσσηνίας. Πιστοποιείται ο χώρος αν παρατηρήσει κανείς το τριώροφο σπίτι και τον πυλώνα της ΔΕΗ.

Δεύτερη φωτογραφία: Νοέμβριος 1977, τα παιδιά του κυρ Βασίλη επιστρέφουν από το δημοτικό σχολείο της οδού Ηροδότου και είναι ακριβώς στην συμβολή της Λ. Βέϊκου με την οδό Μεσσηνίας. Το κορίτσι δεν θυμάμαι πως το έλεγαν, το αγόρι όμως λεγόταν Γιαννάκης ή Γιωργάκης.

Τρίτη φωτογραφία: Τα παιδιά του κυρ Βασίλη, πάλι τον Νοέμβριο του 1977, δίπλα στο αυτοκίνητο του πατέρα τους, ένα Opel Record, επί της Λ. Βέϊκου,  απέναντι διακρίνεται το φαρμακείο του Στράτου και δίπλα το κτίριο των Αδελφών Γκιώνη που στεγαζόταν ο κινηματογράφος «Χαρά». Δεν γνωρίζω ή δεν θυμάμαι αν το 1977 ο κινηματογράφος βρισκόταν ακόμα σε λειτουργία.

Κοινό σημείο και των τριών φωτογραφιών, είναι επίσης τα χωμάτινα ακόμα πεζοδρόμια της Λ. Βέϊκου.

 

 

Ο Πεζοπόρος  



[1] Μπορεί να ήταν ο κινηματογράφος «Star», που βρισκόταν επί των οδών Λ. Βέϊκου και Αθανασίου Διάκου, ή ο κινηματογράφος «Χαρά».. Δεν θυμάμαι καλά σε ποιόν από τους δυό εργαζόταν.

Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

Wow (Ουάου) – η φωνή των εξωγήινων

Wow (Ουάου) – η φωνή των εξωγήινων

 

Ασφαλώς και θυμόμαστε άπαντες τα περίφημα «Ουάου» κατά την διάρκεια της επανάστασης που έλαβε χώρα στο Στρασβούργο όπου έπαιζαν τις κουμπάρες και τα μήλα οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λίγο καιρό πριν κλείσει τις τράπεζες η «πρώτη φορά αριστερά», πολυθρύλητη κυβέρνησή μας. Εκείνη την συνταρακτική εποχή που το ύψιστο δημοκρατικό δικαίωμα, το δημοψήφισμα, έγινε κουρελόχαρτο από αυτόν που το πρότεινε και το έκανε.

Τότε το «Ουάου», έφερε πολύ πόνο στην Ελληνική κοινωνία μιάς και έγινε η αιτία του τρίτου και επαχθέστερου μνημονίου. Ήταν μάλιστα η συνθηματική λέξη μεταξύ υπουργών που φανέρωνε ότι προέρχονταν από άλλο πλανήτη και με την κραυγή αυτή μιλούσαν την γλώσσα των εξωγήινων, την γλώσσα του Διαστήματος, την μητρική τους γλώσσα.


Πέρασαν τα χρόνια, η χειρότερη αριστερά παρέδωσε τα ηνία στην χειρότερη δεξιά και φτάνουμε στο σήμερα και με έκπληξη πληροφορούμαστε πως το Wow (Ουάου), εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στα της γης δρώμενα το μακρινό 1977, όπου τότε οι επιστήμονες έλαβαν σήματα «Wow» από το υπέρ-πέραν από νοήμονα όντα που αναζητούσαν κι αυτά ψήγματα ζωής στο αχανές σύμπαν ή στα άπειρα πολυσύμπαντα.

Ναι, ομολογεί σήμερα ένας καθηγητής του Stanford, υπάρχουν εξωγήινοι και ζουν ανάμεσά μας. Για τον λόγο αυτό -προχώρησε το θέμα πιο πέρα-, το υπουργείο εθνικής άμυνας της Αμερικής και ίδρυσε το «All-domain Anomaly Resolution Office - AARO», κάτι δηλαδή σαν Γραφείο Αγνώστων Εναέριων Φαινομένων.

Ταράχτηκα διαβάζοντας τα παραπάνω που δεν αμφισβητούνται κι ούτε είναι fake-news, που πολύ αγαπά η μαύρη προπαγάνδα των κομμάτων της γλυκύτατης πατρίδας μας. Ταράχτηκα περισσότερο όμως σαν μου ήρθαν στο νου εκείνα τα «Ουάου» των υπουργών οικονομικών τώ καιρώ εκείνω, και αυτόματα έγιναν οι συνειρμοί: μήπως αυτοί οι υπουργοί εκείνη την εποχή ήταν πραγματικά εξωγήινοι; Μήπως πραγματικά επικοινωνούσαν μεταξύ τους με την μητρική τους γλώσσα, το «Ουάου;», ανεξαρτήτου μάλιστα χώρας, γλώσσας, θρησκείας, πλανήτη, γαλαξία και πολυσύμπαντος; 

Πηγαίνοντας βαθύτερα την τρομαγμένη σκέψη μου, μήπως και τα κόμματα με τα μέλη αλλά και τους οπαδούς τους, είναι εξωγήινοι; Μήπως όλοι αυτοί, προερχόμενοι από μακρινά γαλαξιακά ή συμπαντικά συμπλέγματα, μετέφεραν εδώ τις δικές τους συγκρούσεις για την τελική επικράτησή τους; Μήπως έν τέλει, υπερέχουν έναντι ημών εφόσον προέρχονται από διαφορετικούς κόσμους με ανεπτυγμένη τεχνολογία και μας έχουν ομήρους παρέχοντας μας πλαστά δικαιώματα; Μήπως αλήθεια όλο αυτό που βιώνουμε είναι ένα Matriχ και τίποτα περισσότερο ή λιγότερο;

Σε κάθε καινούργια σκέψη που έκανα, μεγάλωνε και η ταραχή μου, καθώς μάλιστα ερχόντουσαν σαν παραδείγματα όλα τα Ελληνικά κόμματα. Ναι, είπα μέσα μου, οι οπαδοί των κομμάτων, της δεξιάς, της σοσιάλ, της αριστεράς, του κομμουνισμού, των ψεκασμένων, των φασιστών, των ακροαριστερών, των μεριτών και όλων έν γένει των κομμάτων, είναι καθαροί εξωγήινοι. Μόνο έτσι εξηγείται αυτό που συμβαίνει στην πατρίδα μας από ιδρύσεώς της έως και σήμερα, κόμματα και οπαδοί, είναι εξωγήινοι, και σαν προερχόμενοι από άλλους σκοτεινούς κόσμους, μετέφεραν στον όμορφο πλανήτη μας και στην θεσπέσια πατρίδα μας, τη δική τους μιζέρια, τα δικά τους πάθη, τα δικά τους μίση, τις δικές τους στρεβλές ιδεοληψίες, τους δικούς τους πολέμους. Όμως, ας αφαιρέσω από την ταραχή μου τους κομμουνιστές διότι αυτοί από μόνοι τους είναι ένα πολυσύμπαν. Είναι μάλλον σαν τους πρωτό-χριστιανούς, που πάλευαν μόνοι τους την Ρωμαϊκή ιμπεράλα τότε, και σήμερα πάλι, μόνο αυτοί παλεύουν κι ας έχουν τις δικές τους εμμονές. Τους αφαιρώ από την ταραχή μου διότι εξακολουθούν και είναι αιθεροβάμονες και όχι αρπακτικά όπως όλοι οι άλλοι. 

Όλους εμάς, που βρισκόμαστε έξω από τις δικές τους συγκρούσεις και δικές τους ψυχικές αρρώστιες, μας έχουν για αναλώσιμους, για έμψυχο υλικό, στις δικές τους διαμάχες. Ναι, υπερέχουν τεχνολογικά και έχουν το πάνω χέρι, όχι όμως για πολύ, εμείς οι σκλαβωμένοι στον ιστό τους, σιγά αλλά σταθερά, σπάμε τις αλυσίδες και δεν αργεί η ώρα η καλή ώστε να τους φτύσουμε κατάμουτρα και να προχωρήσουμε στη ζωή μας δίχως σκάρτα δεκανίκια. Κόμμα στην Ελλάδα σημαίνει δεκανίκι. Ιδεολογία στον Κόσμο σημαίνει ψυχική νόσος. 

Η δική μας Επανάσταση όταν εκδηλωθεί, θα είναι συνεχής, θα έχει αρχή αλλά όχι τέλος, Θα έχει κατεύθυνση νοητική, θα είναι μη συγκρουσιακή, δεν θα έχει εντός της ούτε ένα «Εγώ», ούτε έναν άπληστο και υποκριτή, ούτε έναν μακιαβελλιστή. Δεν θα έχει οπαδούς, διότι στη δική μας Επανάσταση δεν θα υπάρχουν διαχωρισμοί, διότι σκοπός της είναι η Ενότητα. Και θα έρθει η Ενότητα όσο κι αν πασχίζουν λυσσαλέα όλοι αυτοί οι εξωγήινοι να συντηρούν την χωριστικότητα.

Εμείς και οι άλλοι, αλλά μόνο γι’ αρχή διότι σκοπός μας είναι να γίνουμε όλοι «Εμείς». Δίχως αρχηγούς και ηγέτες, δίχως ηγεμόνες, δίχως πνευματικούς πατέρες και ρήτορες, διότι η κοινωνία μας θα είναι αγνή, αβλαβής, ουδείς δεν θα άρχει και ουδείς θα άρχεται και σε τέτοια κοινωνία προηγμένη, όλα τα μέλη της δρουν κι εργάζονται σαν τ’ ανθρώπινα κύτταρα, δεν ρωτάνε, πράττουν. Σε κοινωνία τέτοια, ο άνθρωπος ανελίσσεται, εξανθρωπίζεται. 

Wow – Ουάου!

 

 

Ιωσήφ Στάλιν – Πεζοπόρος Ν1 

 


Τρίτη 23 Μαΐου 2023

Ο κύρ Αντώνης …

Ο κύρ Αντώνης

 

Η αγαπημένη πόλη μας, που μετρά κάπου 80-90 χιλ. ψυχές (αν κάνω λάθος παρακαλώ διορθώστε με), μετρά παράλληλα 29 χιλ. οικόσιτα ζώα, αναλογικά δηλαδή ένας στους τρείς έχει σπίτι του κάποιο κατοικίδιο ζώο. Επίσης η πόλη μας, δεν έχει ούτε ένα αδέσποτο ζώο, κάτι που χρεώνεται θετικά στον δήμο Γαλατσίου και ειδικότερα στον νυν Δήμαρχο.

Πέρα από τα κατοικίδια, που είναι από τη φύση τους καλόψυχα, άσχετο αν μερικοί από εμάς θέλουν να τα κάνουν άγρια δίνοντάς τους λάθος εκπαίδευση, καλόψυχοι από τη φύση τους είναι και οι άνθρωποι, εμείς όλοι. Δεν γεννιέται κακός ο άνθρωπος, αντίθετα, αγνοεί τον διαχωρισμό «καλό-κακό», όρο που εφηύρε η κοινωνία όταν έγινε ανταγωνιστική, όταν δηλαδή από την Χρυσή Εποχή, πέρασε σταδιακά και βιώνει σήμερα την εποχή του Σιδήρου, έν ολίγοις την παρακμή, τον ακραίο υλισμό.

Για τις Εποχές των ανθρώπων, έχετε ασφαλώς διαβάσει άπαντες τον θείο Ησίοδο που τα γράφει καλά τα συμβάντα και δεν χρειάζεται κι αναλύσεις το έργο του, όπως συμβαίνει με πολλούς άλλους μεγάλους ή μικρότερους διανοητές του Κόσμου. Όπως έχει δείξει η ζωή, για να γίνει κάποιος μεγάλος, να ξεχωρίσει δηλαδή από το κοπάδι, απαιτείται ένα βίωμα, συνήθως δυσάρεστο. Αυτό ακριβώς συνέβη και με τον Ησίοδο, ένιωσε στο πετσί του την πατρική αδικία μιάς και ο πατέρας του προτίμησε τον Πέρση, τον αδελφό του και του άφησε όλα του τα πλούτη και στον αδικημένο Ησίοδο ένα μικρό και άγονο χωράφι – που με την ευφυία του όμως το έκανε γόνιμο και είχε τα προς τα ζήν αξιοπρεπώς. Αλλά μην συνεχίσω, τα γνωρίζετε αυτά τα πράγματα και καλύτερα από μένα.

Οι άνθρωποι λοιπόν, από τη φύση τους είναι γεμάτοι καλοσύνη, μερικές φορές όμως, το βίωμα, το άσχημο και σκληρό βίωμα μπορεί να τους αλλάξει. Όμως μέσα τους, το καλό υπάρχει και ψάχνει ένα αίτιο για να αποκαλυφθεί έκ νέου. Με τις σκέψεις αυτές που ήρθαν αβίαστα, ο νους έτρεξε πάλι στο Κονκλάβιο και στα συμβάντα που λαμβάνουν χώρα στην έδρα του και ταράσσουν μερικές φορές την ησυχία της πόλης μας.

Οι συμμετέχοντες σε αυτό, δεν είναι κακοί άνθρωποι, κάθε άλλο μάλιστα. Κάποιες φορές όμως, βγάζουν προς τα έξω έναν εαυτό που μοιάζει κακός, μοιάζει, αλλά δεν είναι. Οι συνθήκες που δημιουργούνται στον χώρο του Κονκλάβιου, επειδή είναι κατά κανόνα συγκρουσιακές, απαιτούν εγρήγορση, προσοχή, οι κεραίες πρέπει να είναι σε διαρκή επιφυλακή, ώστε, οι συγκρούσεις που πάνε να γεννηθούν, να αποδυναμώνονται ευθύς αμέσως. Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό, όμως μπορεί να γίνει έτσι ώστε να επωφελούνται όλοι οι συμμετέχοντες της καλής παρέας, έστω και με τις διαφωνίες τους. Τα πάντα μπορούν να συζητηθούν και στα πάντα μπορεί να διαφωνήσουν, δίχως όμως ακρότητες, δίχως υψωμένους τόνους, δίχως προκατάληψη. Μπορούν επίσης να μάθουν να ακούνε ο ένας τον άλλον και όχι μόνο να θέλουν να «τα πουν». Το «ακούειν» είναι τέχνη και δηλώνει άνθρωπο πολιτισμένο.

Οι συμμετέχοντες στο Κονκλάβιο, ανήκουν σε όλους τους ιδεολογικούς χώρους και ενώ πραγματικά μπορούν να απογειώσουν τον σεβασμό προς αλλήλους και το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, μερικές φορές αποτυγχάνουν, παρασυρόμενοι κυρίως από τις πολιτικές θέσεις τους που θέλουν να επιβάλουν στους άλλους. Στο λεπτό αυτό σημείο απαιτείται η προσοχή και η εγρήγορση έτσι ώστε να υπερισχύσει ο σεβασμός.

Όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι συμμετέχοντες στο Κονκλάβιο, κατά καιρούς έχουν ξεφύγει και η σύγκρουση δεν αποφεύγεται. Υπάρχει όμως ανάμεσά τους κι ένας, που αξίζει νομίζω να εστιάσουμε την προσοχή μας διότι ποτέ δεν έχει συγκρουστεί με κανέναν, ποτέ δεν έχει εκφέρει λόγο άσχημο για κανέναν και πάντοτε φανερώνει η μορφή του έναν ευγενή άνθρωπο, γεμάτο καλοσύνη, με χιούμορ, άνθρωπο με θέση ιδεολογική που όμως δεν την προτάσει πάνω από την καλή παρέα. Ας ονομάσουμε αυτόν τον άνθρωπο κύρ Αντώνη, με τον γρήγορο βηματισμό του (μήπως είναι ο Πεζοπόρος;), με τις οικονομικές γνώσεις του λόγω δουλειάς, με το απίθανο χαμόγελό του.

Και να θέλει κάποιος να διαφωνήσει με τον κύρ Αντώνη, δεν θα το κάνει, διότι η μορφή του εκπέμπει πάντοτε μία θετικότατη αύρα. Και οι άλλοι όμως συμμετέχοντες του Κονκλάβιου, μπορούν να γίνουν κύρ Αντώνηδες, να ακούνε, να μιλάνε, να σέβονται, και κυρίως να μην φανατίζονται.

Κύρ Αντώνη, έμπα μπροστά και δείξε τον δρόμο της καλοσύνης στην καλή παρέα, που, μερικές φορές αδικεί η ίδια την ύπαρξή της.    

 

 

Πεζοπόρος Ν4

============

Αιωνία η μνήμη στον επί δεκαετίες συμπολίτη μας Γιάννη Βογιατζή. 


Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Πίκρα … στην πόλη μας και όχι μόνο!

Πίκρα … στην πόλη μας και όχι μόνο!

 

«Έχω ένα μεγάλο μειονέκτημα, λέω πάντα την αλήθεια», είναι η τυποποιημένη φράση των μικρών πολιτικών - που είναι μάλιστα η μεγάλη πλειοψηφία αυτών στην πολιτική μας ζωή. Κι εγώ έχω ένα μεγάλο χάρισμα, να μην ντρέπομαι να λέω «δεν ξέρω» σε κάτι που πραγματικά δεν ξέρω. Οι πολιτικοί ψάχνουν για ψήφους, η αφεντιά μου ψάχνει να βρει την λογική του εκλογικού αποτελέσματος που τάραξε τον βίο 200 χρόνων του Ελληνικού κράτους. Διακόσια χρόνια εκλογικών αναμετρήσεων τέτοια πίκρα και σε τόσο βάθος δεν έζησαν ποτέ ξανά οπαδοί ενός κόμματος, που ειρήσθω έν παρόδω, έσκισε μνημόνια, έφτυσε τη βούληση του Ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα, διέλυσε τους μικρομεσαίους με την υπερφορολόγηση, ξεπούλησε μπίρ-παρά τα αεροδρόμια, έκανε την συμφωνία ντροπής για τα εθνικά συμφέροντα στις Πρέσπες, διέλυσε ό,τι απέμεινε από τις συντάξεις, έκλεισε τις τράπεζες που ούτε στην κατοχή δεν είχαν κλείσει, και άπειρα ακόμα κόλπα στο όνομα δήθεν του: «πρώτη φορά αριστερά» ενώ θα έπρεπε να έλεγαν: «είμαστε η δεξιά της δεξιάς συντήρησης φορώντας τη μάσκα του αριστερού».

Επειδή -το ομολογώ-, δεν κατέχω πολλά πράγματα από πολιτική ανάλυση και μόνος μου δεν μπορώ να φτάσω σε κάποια λογικά συμπεράσματα, έκανα μία κίνηση μάτ, Επισκέφτηκα την έδρα του Κονκλάβιου για τον πικρό καφέ αφενός και αφετέρου να μάθω πράγματα, να χωθώ μέσα στη γνώση της πολιτικής ανάλυσης που την παίζουν σαν τις ζαριές στο μπαρμπούτι, οι συμμετέχοντες σε αυτό.

Βέβαια, το Σάββατο, παραμονή των εκλογών, πάλι μία απρέπεια πήρε σάρκα και οστά στην έδρα του Κονκλάβιου, την φορά αυτή από έναν αριβίστα δεξιούλη που δεν ήξερε τι έλεγε και τι έκανε έχοντας απέναντί του έναν δηλωμένο συριζαίο αλλά τίμιο και καθαρό άνθρωπο και μάλιστα πολύ χαμηλών τόνων. Τώρα, μετά τις εκλογές και την πανωλεθρία του τάχα μου αριστερού Σύριζα, κάθισα απολαυστικά στην τριζάτη από την χρήση δεκαετιών πολυθρόνα, παράγγειλα τον πικρό καφέ μου κι αφουγκράστηκα την μεσημεριάτικη ανάλυση. Τα Σαββατιάτικα πάθη ευτυχώς είχαν καταλαγιάσει κι έτσι η γνώμη των άλλων, των αναλυτών, έγινε γνώση δική μου. Ό,τι κι αν έλεγαν το πίστευα, όταν ακούς από σοφούς ανθρώπους πράγματα, τα κρατάς στο μυαλό σου σαν πολύτιμη παρακαταθήκη για το αβέβαιο και γεμάτο προκλήσεις μέλλον.

Στην ανάλυση, βάθυνε πολύ κι ένας σεβάσμιος κύριος αλλά αυτός ντρεπόταν να μολογήσει που έκλινε πολιτικά, Παρόλο που πιέστηκε από την ομήγυρη να φανερώσει επτασφράγιστο μυστικό, κράτησε, δεν έδωσε ραπόρτο – αν και όλοι όπως κατάλαβα τον θεωρούσαν κρυφοδεξιό. Κάτι δηλαδή σαν το: «κρυφοχριστιανός» της Ρωμαϊκής εποχής.

Τέλος πάντων, το ζουμί είναι πως ούτε το σοφό Κονκλάβιο κατέληξε κάπου για το στραπάτσο της «αριστεράς και της προόδου», που περιελάμβανε μάλιστα δυνατά στελέχη του τόπου, όπως έναν Αντώναρο από την δεξιά, έναν Τζουμάκα από το βαθύ Πασόκ, έναν Τσίπρα από το δεκαπενταμελές των Αμπελοκήπων. Το παραμύθι αυτό κράτησε λίγα ευτυχώς χρόνια, το χειρότερο όμως είναι ότι αυτό το παραμύθι γιγάντωσε έκ νέου την αλαζονεία της σκληρής δεξιάς.

Η μόνη σταθερά σε όλο αυτό το αλισβερίσι, ήταν πάλι του ΚΚΕ. Είτε συμφωνεί κανείς μαζί του, είτε διαφωνεί, όπως εγώ, τουλάχιστον να του αναγνωρίσουμε ότι διέπεται από μία συνέπεια των λόγων του.

Πέραν όλων αυτών, το μεγάλο θύμα, ο μεγάλος χαμένος των εκλογών αυτών, ήταν η απλή αναλογική, αυτό το δίκαιο εκλογικό σύστημα. Αυτή όμως έχει μία έννοια, αυτή της συνεννόησης των κομμάτων προς όφελος του Έθνους. Όταν όμως δεν υπάρχει συνεννόηση, συρρικνώνεται η βούληση του Ελληνικού λαού – και καθώς φαίνεται όλα τα κόμματα την πολέμησαν λυσσαλέα.

Αργά το μεσημέρι, σηκώθηκα από την τριζάτη πολυθρόνα μου, άδειος από γνώση κι ανάλυση και τράβηξα για το σπίτι να φτιάξω δυό αυγά poached με sauce Beaujolais και να πνίξω τον πόνο μου σε δυό γουλιές σάμαινας. Το γλυκό αυτό κρασί είναι για τις μεγάλες πίκρες. Και για τις πικρές τηγανιές επίσης.

 

 

Πεζοπόρος Ν6


Δευτέρα 15 Μαΐου 2023

Έχει καταφύγια το Γαλάτσι;


Έχει καταφύγια το Γαλάτσι;

 

Σ’ αυτή την πόλη, πολλά και τρομερά μπορεί ν’ ακούσεις πέρα από τους θορύβους της και που προέρχονται από πολλές και διαφορετικές πηγές. Τα ίδια όμως μάλλον συμβαίνουν κι αλλού...

Ένα ωραιότατο πρωινό, επιλέγοντας όπως πάντα ένα τυχαίο δρομολόγιο, δίχως καν να το καταλάβω, πέρασα τα όρια της πόλης μας και πάτησα το αντιπρανές του Αγχεσμού φτάνοντας γρήγορα στην παλιά αγορά του Παλαιού Ψυχικού. Σοφά σκεφτόμενοι οι ψυχικιώτες, τοποθέτησαν την αγορά τους στο άκρο της συνοικίας τους ώστε να μην ενοχλείτε το ήσυχο προάστειο από θορύβους της καθημερινότητας.

Στην μικρή αγορά υπάρχουν τα απολύτως απαραίτητα καταστήματα, ένας φούρνος, το φαρμακείο, μία καφετέρια (η Καμέλια), μία ταβέρνα (με σουβλάκια κι άλλα τινά), ένα ρεστοράν ολίγον τι τσιμπημένο στις τιμές του, νομίζω ένα μανάβικο και δεν θυμάμαι τι άλλο. Συνολικά γύρω στα δέκα μαγαζιά για τις ανάγκες των κατοίκων της ωραιότατης συνοικίας. Και το Γαλάτσι θα μπορούσε να ήταν σαν το Ψυχικό αλλά το ρήμαξαν τα οράματα των εργολάβων και της αρχαίας τοπικής αυτοδιοίκησης. Τέλος πάντων, μην αρχίσω τη γκρίνια πάλι.

Φτάνοντας λοιπόν στην Καμέλια, παράγγειλα τον καφέ μου, άνοιξα την εφημερίδα μου – καφές χωρίς εφημερίδα δεν έχει νοστιμιά, αν και άλλοι λένε πως δίχως tablet δεν έχει νοστιμιά. Γούστα είναι αυτά οπότε δεν πέφτει λόγος σε κανέναν μας περί αυτών, ο καθένας ό,τι τραβά η ψυχούλα του διαβάζει. Εγώ διάβαζα τον Ρωμηό. Ώς γνωστόν, ο Ρωμηός ήταν εφημερίδα του Γ. Σουρή που την έγραφε ο ίδιος έξ ολοκλήρου. Έγραφε μάλιστα στην ταυτότητά του:

«Ο Ρωμηός εφημερίς
που την γράφει ο Σουρής»

 

Βγήκε όμως μία ανταγωνιστική εφημερίδα, ο Μικρός Ρωμιός που στην ταυτότητα του έγραφε:

«Ρωμηός Μικρός, εφημερίς
που δεν την γράφει ο Σουρής»

 

Όμως, μιάς και τό ‘φερε η κουβέντα, ας δούμε ένα ποίημα του Γ. Σουρή, επίκαιρο κι αυτό όπως και κάθε τι άλλο που έγραψε πριν από 150 περίπου χρόνια.

ρχηγοί

Το Διογένη πιάσετε μέσως τ φανάρι,
κι
᾿ λτε ν γυρέψουμε κανέναν ρχηγό·
λλ καθένας μας, θαρρ, εν᾿ ξιος ν πάρ
τ
ν ρχηγίαν κόμματος, κόμη δ κι᾿ γώ.
Γι
τ πρωτεα ξεψυχ κάθε Ρμης λεβέντης,
μόνον α
τς πρωθυπουργός, μόνον ατς φέντης.

Τί ρχηγν κατακλυσμός! ... κι᾿ ο λληνες κενοι,
πο
τν καφφέ των βερεσ ες τ Χαυτεα πίνουν,
ν ρχηγίαν ξαφνα κανένας τος προτείν,
δ
ν θ διστάσουν βέβαια κα ρχηγο ν γίνουν.
Κι
᾿ ατς σχατος Ρωμης γι λα κάτι ξέρει,
λληνος τράχηλος ποτ ζυγν δν ποφέρει.

δο ντας φουστανελλς μ φέσι κα σελάχι!
ποι
ς ξέρει ν Πρωθυπουργς δν γίν καμμι ᾿μέρα;
ποι
ς ξέρει πόσα σχέδια κα παιτήσεις θχη,
κα
ν τν διπλωματικ δν συνταράξ σφαρα;
! ναί! ποτ τν λληνα μ θεωρτε πτμα...
᾿ς λους θ λθη σειρ ν κυβερνήσουν κόμμα.

Μς λείπει νας ρχηγός;... πενντα ξεφυτρόνουν,
τ
να κόμμα χάνεται;... θ βγουν λλα δέκα·
λοι γι τ ξίωμα το ρχηγο μαλλόνουν,
κι
᾿ σως ργότερα μς βγ ᾿ς τ μέση κα γυνακα.
λλ κι᾿ γ φανς τν θηνν πολίτης
λπίζω πς καμμι φορ θ γίνω Κυβερνήτης.

μπρός! μ πόζα ρχηγο καθένας ς προβάλλη,
π᾿ λους ς κυβερνηθ προσφιλς λλάς·
ς γίν μέτερος, ς γίνουν μως κι᾿ λλοι,
ς γίν κι Κατσικαπς κι᾿ ατς Μπουλελς.
ς πλημμυρίσ μ᾿ ρχηγος τ θνος πέρα-πέρα,
ς μς σηκώσ ξαφνα κα Ροζο παντιέρα.

Μονάχα νας βασιλες μ μένη ᾿ς τ Παλάτι,
ι
ς βγουν κύριοι ᾿ς τν λλων τ γεινάτι,
κι
᾿ γδόντα πέντε Πρόεδροι ς γίνουν τς Βουλς.
λοι τρανο πολιτικοί, κανένας διώτης,
λοι ποζάτοι στρατηγοί, κανένας στρατιώτης.

Ωραίοι οι πρόγονοί μας, είχαν χιούμορ που τσάκιζε κόκαλα. Σήμερα, οι πολιτικοί, μικροί ή μεγάλοι, στην κεντρική πολιτική σκηνή ή στην τοπική αυτοδιοίκηση, αγανακτούν με το χιούμορ, την σάτιρα που προέρχεται από την αρχαία τραγωδία, αγανακτούν και με την ανωνυμία αρθρογράφων. Ας είναι, διαφορετικές εποχές, διαφορετικές νοοτροπίες.

Εκεί λοιπόν που διάβαζα με αφοσίωση την Ρωμηό, για να επανέλθω στο θέμα διότι έκανε κοιλιά με την ποίηση, απολάμβανα τον καφέ μου κι άκουγα τα κοτσύφια από το μικρό αλσάκι να φλυαρούν, δίπλα μου ακριβώς, μία τετραμελής παρέα ηλικιωμένων ανθρώπων, μιλούσε για τα περασμένα. Πρέπει να ήσαν παλιοί ψυχικιώτες διότι μιλούσαν με ευκολία για τα όσα πέρασαν στην κατοχή και στον εμφύλιο. Δεν θα έδινα ιδιαίτερη σημασία αλλά με κέντρισε ο λόγος ενός έξ αυτών που έθεσε ένα καυτό ερώτημα στην παρέα του: δεν μου λέτε, απ’ ό,τι θυμάμαι, είχαμε ένα μεγάλο καταφύγιο που κρυβόμασταν οικογενειακώς σ’ αυτό όταν κυνηγούσαν τους μεγαλύτερους, να υπάρχει ακόμα; Αλλά και πίσω, στο Γαλάτσι, εκεί είχε πολλά, 5-6 αν θυμάμαι καλά, όπως τουλάχιστον έλεγε ο πατέρας μου, διότι εγώ δεν τα ήξερα. Εδώ, συνέχισε ένας άλλος από την παρέα, είχε αυτό που ήτανε στο λατομείο, τώρα δεν υπάρχει, έχει καταστραφεί. Για το Γαλάτσι όμως κι ο δικός μου πατέρας έλεγε πως είχε πολλά, πόσα, δεν θυμάμαι, ούτε που ήσαν.

Στο Γαλάτσι, από τα λίγα, τα ελάχιστα που γνωρίζω, υπήρχε η μεγάλη στοά, οι σπηλιές με τους σβησμένους σταλακτίτες πάνω στο βουνό, αλλά για καταφύγια δεν είχα ακούσει άλλη φορά. Έτοιμος ήμουν να ρωτήσω την καλή παρέα για περισσότερες λεπτομέρειες, όμως δεν πρόλαβα. Την ίδια στιγμή, η κόρνα ενός μεγάλου Jeep, τους έκανε να σηκωθούν ομαδικά. «Πάμε, είπε ένας έξ αυτών, ήρθε η κόρη μου να μας πάρει.

Έμεινα με την απορία στα χείλη διότι έχασα μάλλον μία μοναδική ευκαιρία να μάθω για κάτι που δεν γνώριζα και ούτε είχα ακούσει ποτέ άλλοτε. Άρχισα να δουλεύω το μυαλό μου για πιθανά σημεία που μπορούν ή μπορούσαν να υπάρχουν καταφύγια στο Γαλάτσι. Ίσως ένα πιθανό σημείο για καταφύγιο, να είναι στο Δημαρχείο, διότι από παλιά έδρευε εκεί στρατιωτική μονάδα. Αλλά και πάλι, κάτι θα είχαμε ακούσει. Ένα άλλο πιθανό σημείο, ίσως να είναι πέριξ του ναού της Αγίας Γλυκερίας, αλλά κι αυτό δύσκολο μου φαίνεται. Μία άλλη σκέψη οδηγεί ίσως στα πρανή της περιοχής μας, όμως όχι, κάποιος θα είχε πει κάτι, κάποιος θα είχε δει, κάποιος θα είχε ακούσει.

Μπορεί κάποιοι παλιοί γαλατσιώτες, πολύ παλαιότεροι φυσικά από μένα, να έχουν να μας πουν κάτι παραπάνω για το θέμα. Εγώ δεν έχω, απλώς καταθέτω κάτι που άκουσα τυχαία πίνοντας ένα πρωινό τον καφέ μου στο Παλιό Ψυχικό. Αν όμως υπάρχουν καταφύγια στην πόλη μας, ίσως ο πιο αρμόδιος για να μας λύσει την απορία, να είναι ο Δήμαρχος Γαλατσίου. Λόγω θέσης φυσικά.

Δήμαρχε, μπορείς να μας πληροφορήσεις σχετικά αν αληθεύουν αυτά περί καταφυγίων ή όχι;

 

 

Πεζοπόρος Ν1

Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;

Ήταν υποκριτής ο Ένγκελς;   Εκμεταλλευόταν ο Ένγκελς τους εργαζομένους που είχε μέσω της υπεραξίας; Το ερώτημα αυτό τέθηκε αλλά δεν είμα...