Ανατρέχοντας στο Μύθο του Δαίδαλου, βλέπουμε ότι ανήκει στην Κρήτη αλλά και στην Αττική. Στην Κρήτη αναμιγνύεται με τον Μύθο του Μίνωα, στην Αττική διότι συνδέεται με τον δήμο των Δαιδαλιδών σαν ήρωας. Τέλος πάντων, οι μυθολογικές ερμηνείες είναι πάρα πολλές για τον κάθε Μύθο κι εμείς κρατάμε για αληθινή την ερμηνεία που μας αρέσει περισσότερο ή που μας βολεύει.
Η ουσία με τον Δαίδαλο, πέρα από τα λαμπρά έργα που έφτιαξε (Λαβύρινθος κλπ.) είναι και το ότι είχε ένα γιό, τον Ίκαρο. Ο γιός του λοιπόν, σαν κακομαθημένος που ήταν και ανεπρόκοπος -όπως άλλωστε πολλοί γιοί ηρώων-, παράκουσε τις εντολές του πατέρα του, υψώθηκε περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε στον ουρανό και ο ήλιος έλιωσε τις κέρινες φτερούγες που είχε φτιάξει ο πατέρας του. Τάχα μου δραπέτευε από την Κρήτη και την οργή του Μίνωα. Σαν έπεσε κοντά στην Ικαρία και μη γνωρίζοντας καλό κολύμπι, πνίγηκε στα ταραγμένα από την πτώση του νερά της θάλασσας. Έκτοτε, το Ικάριο Πέλαγος (πήρε βλέπεις και τ’ όνομά του) είναι ως επί το πλείστον φουσκωμένο, δύσκολο για ναυτικούς, ακόμα και για τη μάνα του την Ναυκράτη. Η δόλια μάνα, δούλα του Μίνωα ήταν όταν την γνώρισε ο Δαίδαλος και εισχώρησε εντός με τα γνωστά αποτελέσματα, ήταν πολύ καλή σαν πλοηγός, αλλά στον αέρα δεν κατείχε πράμα.
Προ ημερών, σαν πήγαινα να ψωνίσω σε γνωστό σούπερ μάρκετ της περιοχής, για να κόψω δρόμο, τράβηξα διαγώνια, περνώντας αναγκαστικά από το καφέ ιντερνέτ. Σάββατο πρωί ήταν και παρόλο που τα αυτοκίνητα στη λεωφόρο ήσαν πολλά, δεν έβγαζαν θορύβους, έν αντιθέσει με το καφέ αυτό που από μακριά ακουγόντουσαν οχλαγωγίες. Σκέφτηκα να επιταχύνω το βήμα μου για να γλυτώσω από την οχλαγωγή, μα αίφνης, άκουσα μία φωνή να λέει: πές μας κι εσύ Ίκαρε τη γνώμη σου! Ταράχτηκα, ζεί ο Ίκαρος; Σκέφτηκα εντός μου αστραπιαία, και τότε, η ίδια αυτή σκέψη με έκανε να σταματήσω τον γρήγορο βηματισμό μου θέλοντας ν’ ακούσω κι εγώ τη γνώμη του Ίκαρου, και ας μην ανήκα στην ομήγυρη των οχλαγωγούντων.
Δεν ήταν ο Ίκαρος ο φαφλατάς, ο γιός του Δαίδαλου, μα κάποιος μάλλον συμπολίτης μας που ευστόχως θα του έδωσαν το παρατσούκλι αυτό. Κάποια πολιτική ανάλυση έκανε απ’ ότι κατάλαβα, μιλούσε επί αρκετή ώρα και δεν έλεγε απολύτως τίποτα. Μας πως -σκέφτηκα- μερικοί γραφικοί τύποι χειρίζονται τόσο έξυπνα την ξύλινη γλώσσα; Και καλά αυτοί, το ακροατήριο που έχουν τι γλώσσα μιλά; Την ίδια; Άρχισαν να με τρώνε ξένες έννοιες και όλως περιέργως περίμενα ν’ ακούσω και κάτι άλλο, κάτι στέρεο, που να έχει νοστιμάδα, μία αρχή και ένα τέλος έστω, αλλά δεν άκουγα παρά ξύλινες κουβέντες. Μέσα μάλιστα στην αναμπουμπούλα, κάποιος πετάχτηκε και είπε: εγώ δεν το ξέρω το θέμα αλλά διαφωνώ κάθετα! Τι βαριά κουβέντα άκουσα Αγχεσμέ μου;
Στην άκρη της μεγάλης και οχλαγωγούσης παρέας, καθόταν όπως άκουσα κι ένας Εμμανουήλ, ένα καλόπαιδο, οργισμένο βέβαια με τις ανάλατες κουβέντες των συνομιλούντων, που όλως παραδόξως, φώναζαν ο ένας τον άλλον «σύντροφε» και μόνο τον φαφλατά φώναζαν όλοι Ίκαρο. Οργισμένος ο Εμμανουήλ, όχι με τους συντρόφους του μα με τα θέματα που καταπιανόντουσαν και δεν έβγαζαν άκρη, προσπαθούσε ν’ ανοίξει ένα θέμα της προκοπής, μα ώς επί το πλείστον ο Ίκαρος, διάκοπτε κάθε άλλη κουβέντα κι εξηγούσε τα δικά του.
Σαν απομακρύνθηκα από το καφέ ιντερνέτ πηγαίνοντας για το παρακείμενο σούπερ μάρκετ, εκείνο που έν τέλει κατάλαβα από το δραματικό σκηνικό που στήνεται κάθε Σάββατο πρωί εκεί, δεν είναι η ανάγκη της επίλυσης πολιτικών ζητημάτων, όπως ψιθυρίζεται δώθε-κείθε εντέχνως, αλλά περισσότερο έχει να κάνει με ψυχοθεραπευτικό δρώμενο, όλοι δηλαδή οι συμμετέχοντες έμμεσα και δίχως να το κατανοούν, παίζουν στο θέατρο του παράλογου. Μα ακόμα και στο θέατρο αυτό, πάντοτε είναι χρήσιμος ένας Ίκαρος διότι ανοίγει και σέρνει τον χορό του δράματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου