Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

Ο Προφήτης μας ο Ηλίας


Ο Προφήτης μας ο Ηλίας

 

Ο Ηλίας ο ψαράς, πόσες φορές κινδύνεψε κι άλλες τόσος σώθηκε από τις φουρτούνες της θάλασσας. Αλμυροκαπνισμένος ο γέροντας ψαράς, έφτασε κάποια στιγμή που με αγανάκτηση φώναξε δυνατά, για ν’ ακούσει καλά ο ίδιος του ο εαυτός: κακούργα θάλασσα, εμένα εσύ δεν θα με πνίξεις, δεν θα μου ταράξεις άλλο την ψυχή, σε βαρέθηκα, δεν πιάνεσαι φίλη εσύ!

Μ’ ένα κουπί στον ώμο ο γέροντας, τράβηξε σε δρόμο αντίθετο από την θάλασσα, λαχτάρησε να ζήσει σε στέρεα μέρη. Όσο πήγαινε στο δρόμο του κι αντίκριζε ανθρώπους, τούς ρώταγε, δείχνοντας το κουπί του: ξέρετε τι είναι αυτό; Κουπί είναι, απαντούσαν, κι όσο έπαιρνε τη σωστή απάντηση, τόσο ψηλότερα ανέβαινε, ώσπου, κάποια φορά, στο ερώτημα που έθεσε, ένας άλλος γέροντας τού απάντησε: ένα κομμάτι ξύλο είναι. Ναι, έφτασε πολύ ψηλά ο γερό ψαράς για να συναντήσει ανθρώπους ν’ αγνοούν το κουπί, κατ’ επέκταση και τη θάλασσα. Έτσι, αποφάσισε ψηλά στο βουνό να χτίσει το καινούργιο κονάκι του. Από εκεί και ύστερα, γέμισαν τα βουνά με γέροντες ψαράδες, που στη συνέχεια, ακούστηκαν σαν ένας, ο Προφήτης Ηλίας. (Αυτά αναφέρει μία από τις πολλές παραδόσεις, και απαντά στο γιατί οι ναοί και τα μοναστήρια του Προφήτη Ηλία βρίσκονται πάντα σε κορφές ώς επί το πλείστον). Άλλοι βέβαια, συνδέουν τον Προφήτη Ηλία με τον θεό Απόλλωνα, τον γιό του φωτός. Όλα αυτά είναι ωραία, τα διαβάζουμε, δεν τα πιστεύουμε φυσικά διότι δεν μπορούμε να καταλάβουμε ποια είναι η αλήθεια, η μία αλήθεια και όχι οι πολλές κι αυτές που μας βολεύουν.

Και η δική μας η πόλη, έχει τον δικό της Ηλία, ψηλά στο βουνό, να αγναντεύει από μακριά τη θάλασσα - μα παράλληλα, στέκεται και βιγλάτορας γερός. Μας φυλάει από κάθε τι στραβό που πάει να γίνει στην πόλη μας. Έτσι μας φύλαξε την εποχή των χουνταίων υπανθρώπων και δεν στήθηκε στα υψώματα μας το φαραωνικό όραμα τους, ο ναός του Σωτήρα.

Σαν μακρινό όνειρο έρχεται τώρα από τα βάθη της μνήμης, η εποχή που μικρό παιδάκι, 5-6 χρόνων το πολύ, λίγο πριν εμφανιστεί στον τόπο μας η μαύρη λαίλαπα των φαύλων στρατοκρατών, έπαιρνε η μάνα μου εμένα και τις αδελφές μου κι ανεβαίναμε στο βουνό, στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία για να τιμήσουμε τη γιορτή του κάθε 20 Ιουλίου (αν θυμάμαι καλά την ημερομηνία). Μαζί μ’ εμάς, εκατοντάδες άνθρωποι, μεγάλοι και παιδιά, από το Γαλάτσι, την Κυψέλη, τα Πατήσια, ίσως και από αλλού, με τα κεριά αναμμένα, παίρναμε το μονοπάτι στο βουνό κι ανεβαίναμε.

Η εικόνα μόνο που αντίκριζε κανείς από μακριά, με τα φώτα να φιδώνουν το βουνό και να μετακινούνται, έχει αποτυπωθεί δια παντός στην παιδική μνήμη. Σίγουρα, την ίδια με μένα εικόνα, έχουν πολλοί συμπολίτες μας, παλιότεροι αλλά και νεότεροι, και έζησαν εκείνες τις μαγικές στιγμές. Δεν θυμάμαι μονάχα, αν ξεκινούσαμε για το μοναστήρι σαν βράδιαζε ή αν μας έπιανε το σκοτάδι στο βουνό. Η ίδια φυσικά εικόνα αλλά με αντίθετη φορά, σχηματιζόταν όταν κατεβαίναμε από τον δικό μας Προφήτη Ηλία.

Όταν πέρασε από την πλαγιά του βουνού ο περιφερειακός δρόμος, το μονοπάτι χάθηκε, ή μάλλον, ξεχάστηκε. Συνέβαλε βέβαια και η αστικοποίηση της περιοχής και άλλαξε όλη η μορφή της, όπως τουλάχιστον την είχε αποτυπώσει η παιδική μνήμη. Πριν από χρόνια όμως, έκανα μία προσπάθεια να βρω ίχνη του μονοπατιού, από τον περιφερειακό δρόμο και πάνω. Πράγματι, βρήκα πάλι το ξεχασμένο μονοπάτι, αλλά δύσκολο στην περασιά του λόγω του χρόνου. Ανέβηκα για μερικά μέτρα αλλά δεν συνέχισα.

Σήμερα το πρωί, με τον λαμπρό ήλιο, πήρα τον καφέ μου από τις Λεύκες, επί της Γαλατσίου, και με το αυτοκίνητο έφτασα στον Προφήτη Ηλία. Δεν μπήκα μέσα, βρήκα όμως εκεί κοντά του μια καλή πέτρα, κάθισα αναπαυτικά κι αγνάντευα κι εγώ σαν άλλος Ηλίας το σύμπαν του Αργοσαρωνικού κόλπου. Από εκεί ψηλά, σαν κοιτάζεις μακριά, όλα είναι όμορφα, μα σαν πέσει η ματιά σου στην πόλη, ένα σφίξιμο, ένας κόμπος νιώθεις να σε πνίγει. Πως αλήθεια κατάντησε η θαυμαστή μας πόλη; Τόση ασχήμια δεν την χωράει ο νους. Ποιος έφταιξε, ποιοι έφταιξαν, και έφτασε η πόλη μας σε αυτό το χάλι;

Τόσα οράματα αυτών που διοικούν επί δεκαετίες το Γαλάτσι, που πήγαν άραγε; Ή μήπως ήσαν οράματα σαν κι αυτό της χούντας και χάθηκαν στην αχλή του χρόνου. Για τον ναό του Σωτήρα φαγώθηκαν περίπου 400 εκατομμύρια δρχ. από δωρεές πιστών (πόση αφέλεια για τη σωτηρία της ψυχής!), για να φτάσει η πόλη μας σε αυτό το χάλι, στο διάβα όλων αυτών των χρόνων, πόσα εκατομμύρια σπαταλήθηκαν από το δημόσιο ταμείο; Και ουδείς μέχρι σήμερα, δεν βγαίνει να πει: ναι, εγώ εγκλημάτησα εις βάρος της πόλης μας, ήμουν πολύ λίγος για να την διοικήσω αλλά σας πούλησα μούρη πως μπορώ, πως έχω οράματα.  

Έν κατακλείδι: όπου ακούγεται να λέει κάποιος πολιτικός ότι έχει όραμα, ότι λέει την αλήθεια, ότι είναι αγωνιστής, αυτός είναι ένας έν δυνάμει συνεχιστής του εγκλήματος που έλαβε χώρα στην πόλη μας. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ήταν ο Καστοριάδης αντικομμουνιστής;

Ήταν ο Καστοριάδης αντικομμουνιστής;   Όλα τα πρωινά είναι πανέμορφα πέρα από τις εκάστοτε κλιματολογικές συνθήκες. Μάλιστα, στην Ανατολ...