Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

Μικρές ιστορίες της πόλης μας


Καθώς ξυριζόμουν πρωί-πρωί με την ατσαλένια λεπίδα, ρίχνω μια ματιά απέναντί μου, στα σκληρά χαρακτηριστικά του ειδώλου μου κι αναρωτήθηκα: ποιος είσαι; Δεν απάντησα στο δύσκολο ερώτημα που με ρώτησα κι έτσι συνέχισα ήρεμος, με σταθερό χέρι το κόντρα ξύρισμα.

Έπειτα από λίγο, φρέσκος, άφησα το Κέντρο Ερευνών Εθνικής Αμύνης στα δεξιά μου, πέρασα από την παλιά κατοικία του αείμνηστου Βασίλη Παπαδιονυσίου και οδοιπορούσα στην Νάξου, για λίγο όμως διότι έστριψα δεξιά στην Κερκύρας και κατέβαινα αργά, απολαμβάνοντας την ησυχία της γειτονιάς μου. Στο Κέντρο Ερευνών Εθνικής Αμύνης (ΚΕΕΘΑ), στο σημερινό Δημαρχείο δηλαδή, που εκείνους τους σκληρούς πολιτικούς χρόνους, μάλλον είχε εμπλοκή στην πολιτική ζωή του τόπου, πόσο μάλλον στην πόλη μας που σαν ένα μεγάλο χωριό που ήταν, τίποτα δεν έμενε κρυφό. Παρόλο όμως που ήταν στρατιωτική μονάδα άκρως απορρήτων που λέμε για παράδειγμα, έν τούτοις στα γραφεία της υπηρέτησαν την θητεία τους δύο τουλάχιστον συμπολίτες μας που εντελώς τυχαία έχω ακούσει γι’ αυτούς. Και οι δύο υπηρέτησαν σαν στρατιώτες και ας ήταν κομμουνιστές. Ήταν κομμουνιστές ή κάτι άλλο; Θέτω ένα ερώτημα εδώ.


Πεζοπορώντας έφτασα στην Δρίσκου, σταμάτησα, να πάω αριστερά να πιάσω την Πασσώβ και να βγω εκτός των ορίων της πόλης ή να στρίψω δεξιά στη Δρίσκου και να βγω στην υποτυπώδη πλατεία Λιναρά; Ασυναίσθητα, έστριψα δεξιά στην Δρίσκου, μα καθώς πήγαινα, έντονες μυρωδιές, ευχάριστες μυρωδιές έσπαγαν την καλή μου όσφρηση. Δεν έχω μόνο γερά αυτιά για την συλλογή των παράξενων της πόλης αλλά και από όσφρηση, έχω δυνατότερη κι από λύκου.

Ναι, δεν λάθεψα, έφτασα έξω από τον φούρνο του Στέλιου Διώχνου. Ενός φούρνου με μεγάλη θα ΄λεγα ιστορία μιάς και λειτουργεί αδιαλείπτως από το 1930 περίπου, από τον Μεσοπόλεμο δηλαδή. Ο πρώτος ιδιοκτήτης του φούρνου ήταν ο Παναγιώτης Δελώτης με καταγωγή από την Τήνο και στη συνέχεια ο γιός του ο Αντώνης μέχρι και το 1976, οπότε, εκείνη τη χρονιά πέρασε στην οικογένεια Μαρέτση.  

Η ιστορία του φούρνου αυτού δεν έχει να κάνει μόνο με την παλαιότητά του, αλλά και διότι κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής υπήρξε ενεργή γιάφκα του ΕΑΜ με πρωταγωνιστές τους αρτεργάτες που εργαζόντουσαν σε αυτόν. Άξιο λόγου είναι επίσης ότι, τότε, το συνδικάτο των αρτεργατών είχε πετύχει με τους αγώνες του να επιβάλει στους ιδιοκτήτες φούρνων από έναν αρτεργάτη ανά 100 οκάδες και μετέπειτα ανά εκατό κιλά. Ο δε Δελώτης -ο πρώτος ιδιοκτήτης-, παρόλο που ήταν άνθρωπος συντηρητικός (εκείνους τους αρχαίους χρόνους συντήρηση εννοούσαν την δεξιά, διότι στις μέρες μας η συντήρηση βρίσκεται σε όλες τις πολιτικές παρατάξεις), σε ό,τι αφορούσε τους αρτεργάτες του, πάντοτε κρατούσε θέση ουδέτερη. Αργότερα, στη λαίλαπα του αδελφοκτόνου εμφυλίου, οι κυνηγημένοι από την εθνικοφροσύνη αριστεροί, έβρισκαν εύκολα δουλειά στον φούρνο του Δελώτη. Το ίδιο συνέβαινε και την περίοδο της χούντας.

Ο Στέλιος λοιπόν, ο σημερινός ιδιοκτήτης του φούρνου, φορώντας την κλασική στολή της εργασίας του, με τ’ αλεύρια πάνω της, αστραπιαία άφησε το εργαστήρι και μου ετοίμασε την τυρόπιτα που ζήτησα. Την πήρα στο χέρι και στάθηκα στο πεζοδρόμιο όρθιος να την απολαύσω. Σαν με είδε έξω, βγήκε να μου κάνει παρέα. Δε μου λές; Τον ρώτησα, το πρατήριο που άκουσα ότι άνοιξες, που είναι; στην Βέϊκου; Όχι, απάντησε, εδώ στη Λεωφόρο Γαλατσίου 82. Τέτοια ώρα είναι ανοιχτό; Τον ρώτησα πάλι. Ναι, ανοίγει πολύ πρωί, πρατήριο Μαρέτση, στ’ όνομα της γυναίκας μου, απάντησε βιαστικά γιατί χώθηκε πάλι στον φούρνο για τις δουλειές του. Τα φοβερά γλυκά που κάνει, μελομακάρονα, κουραμπιέδες, αλλά και τα φανταστικά γαλακτομπούρεκα, θέλουν ιδιαίτερη προσοχή. Και ο Στέλιος είναι μέγας φούρναρης αλλά και καλλιτέχνης με τα θαυμαστά έργα του. 


Μερικά μέτρα μακριά από τον φούρνο, το καφέ μπάρ του Αλέκου είναι κλειστό, κατά τις δέκα ανοίγει, αλλά οι γεροί πότες πάνε κατά το απόγευμα τις καθημερινές. Τα σαββατοκύριακα πάνε αφού έχει τελειώσει η εκκλησία. Πολλά απογεύματα, καθώς αφήνουν πίσω τους τα καρνάγια της Δυτικής Αττικής, ο ναυπηγός και ο ηλεκτρονικός, φτάνουν στον Αλέκο και ο μεν πρώτος πίνει μόνο βότκα Absolut, ο δε δεύτερος ουίσκι Johnnie Walker. Αραιά και που, μερικά σαββατοκύριακα, απολαμβάνει στη μπάρα και ο ψυχίατρος ένα Jameson και αφουγκράζεται τις κουβέντες της θάλασσας. Μεταξύ των σωληνώσεων των πλοίων και των chips (όχι αυτών που έχουν τα εμβόλια), ακούγονται να βαρούν και οι μπίλιες του μπιλιάρδου. Βλέποντας παίκτες να παίζουν σήμερα μπιλιάρδο, γελάς με την ασχετοσύνη τους, συγκρίνοντάς τους με τον μοναδικό Θέμη Αντώνογλου, τον καταπληκτικό γνώστη του μπιλιάρδου, ή τον αμέσως μετά από αυτόν, Γιώργο Θεοχάρη. Όταν έπιανε ο Θέμης τις καραμπόλες σερί στην υπόγα του Αλέκου επί της οδού Φιγαλείας, σταματούσε μόνο όταν κουραζόταν.

Έσωσα όμως τη νοστιμότατη τυρόπιτα δια χειρός Στέλιου Διώχνου κι έπιασα ν΄ ανηφορίζω την Γαλατσίου. Συνάντησα και το πρατήριο Μαρέστη όπως μου είπε και κατευθυνόμουν αργά για το Κονκλάβιο, ν΄ ακούσω πάλι τις συνηθισμένες τους πολιτικές ασυναρτησίες. Στη σκέψη της απαρτίας του Κονκλάβιου όμως, ταράχθηκα, διότι αστραπιαία πέρασε από το σκοτεινό μυαλό μου μία υπόθεση. Θα την καταθέσω εδώ, διότι οι υποθέσεις είναι αυτές που πιάνουν πολύ χώρο στη φαντασία μας:

Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα γίνουν με την απλή αναλογική. Τότε λοιπόν κανένα κόμμα δεν θ’ αποκτήσει αυτοδυναμία. Η δεξιά θα συγκεντρώσει ένα ποσοστό περίπου 35-40% και οι δημοκρατικές-προοδευτικές δυνάμεις το υπόλοιπο 60-65% περίπου. Θα γίνουν συζητήσεις μεταξύ των προοδευτικών κομμάτων αλλά …. όχι, ας κρατήσω την υπόθεση  αυτή γι’ αργότερα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ήταν ο Καστοριάδης αντικομμουνιστής;

Ήταν ο Καστοριάδης αντικομμουνιστής;   Όλα τα πρωινά είναι πανέμορφα πέρα από τις εκάστοτε κλιματολογικές συνθήκες. Μάλιστα, στην Ανατολ...