Καφέ
Παπαγαλίνο – η Wall
Street
της
πόλης μας
Την αρχαία εποχή, προ των
Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004», βρισκόμασταν ήδη στην Νομισματική Ένωση της Ευρώπης
(Ο.Ν.Ε.), όχι επειδή η οικονομία μας ανθούσε αλλά επειδή οι ευρωπαίοι αναζητούσαν
ένα εύκολο θύμα για να καλύπτουν τις δικές τους πομπές. Όχι φυσικά ότι εμείς
ήμασταν άγιοι -δεν γίνονται τέτοια θαύματα στην πατρίδα της Δημοκρατίας-, αλλά
και οι Εταίροι μας ούτε υπήρξαν και ούτε θα υπάρξουν στους αιώνες καλά παιδιά. Μιά
γλυκιά συμμορία ήταν τω καιρώ εκείνω η Ευρωπαϊκή Ένωση, πολύ πριν γίνει
ελληνική ταινία σε σκηνοθεσία Νίκου Νικολαΐδη και με πρωταγωνιστές τους ηθοποιούς:
Τάκη Μόσχο, Τάκη Σπυριδάκη, Άλκη Παναγιωτίδη, Κωνσταντίνο Τζούμα, Δέσποινα
Τομαζάνη κι άλλους που δεν μπορώ τώρα να θυμηθώ.
Ήταν
η «χρυσή εποχή» Σημίτη, τότε που έβγαλε από το Α.Τ.Μ. μιάς τράπεζας τα ευρώ και
συγκινήθηκε η πλάση από την Γαύδο έως και την Yπερβορεία. Ήταν η εποχή που η
Ελλάδα εισήλθε στο χρηματιστήριο κι απλώθηκε η «πρωτόγνωρη χαρά» και στο
τελευταίο καφενείο της πατρίδας μας, εκεί όπου ο καφετζής, μαζί με τον βαρύ
γλυκό σου, εμπιστευτικά, σου έδινε και μιά σίγουρη μετοχή για να κονομήσεις
σβέλτα και σίγουρα.
Το
ίδιο φυσικά συνέβαινε και με τα καφενεία και τα καφέ της πόλης μας. Η καρδιά όμως
χτυπούσε δυνατά μόνο στο καφέ Παπαγαλίνο επί της Λ. Βέϊκου 9. Δίπλα από το
Παπαγαλίνο, είχε το κατάστημά του με πάσης φύσεως ηλεκτρονικές εργασίες ο
Μάρκος Παντελιάς, ο καλύτερος και μακράν πρώτος τεχνικός της πόλης μας και
επισκεύαζε, τοποθετούσε, διόρθωνε, κάθε τι στα αυτοκίνητα που συνέρρεαν εκεί.
Το
Παπαγαλίνο διηύθυνε ο κ. Γιάννης με την σύζυγό του την κ. Γεωργία αν θυμάμαι
καλά. Από το πρωί, τα τραπέζια γέμιζαν με θαμώνες που έπιναν ωραιότατο καφέ κι
άρχιζαν οι βαριές κουβέντες για το χρηματιστήριο. Σε κάθε τραπέζι, εκτός από τους
καφέδες και τα βαριά τσιγάρα, θέση είχαν και όλες οι οικονομικές εφημερίδες της
εποχής: Επενδυτής, Ημερησία, Χρηματιστήριο, Ισοτιμία, όλες αυτές σε πορτοκαλί
χρώμα για να ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες που φάνταζαν πολύ λαϊκές μπροστά τους.
Κυκλοφορούσαν επίσης, η Ναυτεμπορική, το Εξπρές – αυτές παλιές οικονομικές
εφημερίδες γεννημένες δεκαετίες πρίν το χρηματιστήριο στην άνοδό του.
Από
το απόγευμα όμως και μετά, όταν δηλαδή οι εργαζόμενοι επέστρεφαν από τις δουλειές
τους, έτρωγαν γρήγορα στο σπίτι τους κι αμέσως κατευθύνονταν στο Παπαγαλίνο να
αντλήσουν πληροφορίες για τις σίγουρες μετοχές. Τζόγαρε όλη η Ελλάδα εκτός από
κάποιους ελάχιστους, μεταξύ αυτών και η αφεντιά μου. «Γιατί δεν παίζεις
χρηματιστήριο;», με ρώτησε μιά φορά ένας φανατικός παίκτης που είχε «κερδίσει»
πολλά μύρια. Δεν έχω φράγκα, που να παίξω; Του απάντησα. «Σπίτι δικό σου έχεις;»,
με ρώτησε. Ναι, σπίτι έχω. «Ωραία, πούλα το σπίτι σου και παίξε, σε δυό μήνες
θα αγοράσεις δυό σπίτια». Αν και είμαι αδύναμος χαρακτήρας, δεν με έπεισε, ευτυχώς
δηλαδή.
Οι
περισσότεροι θαμώνες είχαν γίνει οικονομολόγοι, αναλυτές, τα πάθη φούντωναν, οι
φωνές απλώνονταν πέρα από την Λεωφόρο, από τα διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα ένα
κυκλοφοριακό χάος ανθούσε, οι καφέδες και οι μπύρες έρρεαν, τα πούρα άναβαν (όσοι
τα φούμαραν φανέρωναν και τα κέρδη τους), τα καπνιστά ουίσκι γαργαλούσαν τα λαρύγγια.
«Παίξτε,
παίξτε, παίξτε», διαλαλούσε ο τότε υπουργός οικονομικών αλλά και ο
Πρωθυπουργός, παίξτε να κερδίσετε. Όταν ακούς την ηγεσία της χώρας να σε
προτρέπει, παίζεις, τα δίνεις όλα, και αίφνης, εκείνον τον Μαύρο Σεπτέμβριο,
έρχεται κάτι σαν πυρηνικό ολοκαύτωμα και χάνεις τα πάντα. Μετοχές, σπίτια,
αυτοκίνητα, χρήματα, τα πάντα. Ήσουν πλούσιος και ξυπνάς πένης.
Σε
ένα απόμερο τραπέζι εκεί στο Παπαγαλίνο, ο Σωτήρης Γιαννόπουλος, Καθηγητής, με
κεφαλαίο το Κ, έπινε πάντοτε ήσυχα το καφεδάκι του και διάβαζε ένα βιβλίο.
Λυκειάρχης για ένα διάστημα στο 4ο Γυμνάσιο Γαλατσίου, ήταν
πραγματική απόλαυση να τον ακούς να σου διαβάζει ή να μιλάει για την ιστορία. Το
Σύμπαν του κυρίου Καθηγητή, σαφώς ήταν πιο εξελιγμένο από το Σύμπαν της απληστίας
που κυριαρχούσε στους υπόλοιπους χώρους του Παπαγαλίνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου