Οι
κραυγές του «σοφού» γέροντα
Πολύ συντελεί στην
ψυχική γαλήνη, να μελετά κανείς κύρια τον εαυτό του και τα καθ’ εαυτόν, ή τουλάχιστον
να παρατηρεί τους κατωτέρους και όχι να συγκρίνει τον εαυτό του προς τους ανωτέρους,
όπως κάνουν οι πολλοί, για παράδειγμα, οι δεμένοι καλοτυχίζουν τους λυτούς,
αυτοί δε τους ελεύθερους, οι δε ελεύθεροι τους πολίτες, αυτοί δε πάλι τους πλούσιους,
οι δε πλούσιοι τους σατράπες, οι σατράπες πάλι τους βασιλιάδες, αυτοί δε τους θεούς,
ποθούντες θα ‘λεγε κανείς να βροντάνε και ν’ αστράφτουν. Κι έτσι, ευρισκόμενοι
πάντοτε υποδεέστεροι ώς προς τους υπεράνω αυτών κειμένους, ουδέποτε μάλιστα να
ευχαριστιούνται με ό,τι έχουν.
Τα
παραπάνω διάβαζα με ησυχία στο σοφιστικέ καφέ της πόλης μας προ ημερών, έπινα
τον μυρωδάτο καφέ μου, έκανα παύσεις κοιτάζοντας τα περιστέρια γύρω μου να
περιμένουν το κάτι τις τους από μένα, περαστικοί πήγαιναν στις δουλειές τους ή στις
βόλτες τους -Σάββατο γάρ- αλλά ο κρότος που άκουσα με έκανε κι έκλεισα τα Ηθικά
περί ευθυμίας του Πλούταρχου με τρόμο. Δεν ήταν ακριβώς κρότος, κάτι σε κραυγή
έφερνε μάλλον, κραυγή ενός νεκρού συμπολίτη μας.
Μα,
θα αναρωτηθεί κάποιος, βγάζουν κραυγές οι νεκροί; Αφελή θα χαρακτηρίσω την
ερώτηση, διότι η απάντηση υπάρχει παντού στην καθημερινότητα. Οι συνήθειές μας,
που μάς αρέσουν μάλιστα, είναι προϊόν αδράνειας, απουσιάζει ολότελα από αυτές η
ενέργεια, αυτή που καθιστά ανά πάσα στιγμή τα πάντα καινούργια. Για να συμβούν όμως
αυτά τα πράγματα, η ζωή πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο Παρόν, διότι αυτό
από τη φύση του δεν αναγνωρίζει το περασμένο, το συναισθηματικά φορτισμένο,
δηλαδή το νεκρό.
Η
άναρθρη κραυγή, προερχόταν από το στόμα ένός «σοφού» τρόπον τινά συμπολίτη μας.
Γράφω σοφού, διότι έχει επικρατήσει η εσφαλμένη άποψη ότι τα άσπρα μαλλιά
καθιστούν τον άνθρωπο σοφό. Τον καθιστούν όμως ή αναπαράγουμε ακόμα και σ’ αυτό
ό,τι μάθαμε, ό,τι ακούσαμε, αυτό που μεταφέρουμε με ευκολία επειδή το έχουμε
συνηθίσει;
Αυτός
λοιπόν ο «σοφός» συμπολίτης μας, δεν μπόρεσε ν’ αντέξει το γεγονός ότι μία γυναίκα,
ένας δηλαδή συνάνθρωπός μας, δεν υιοθέτησε τον λόγο του και δυσφόρησε στο άκουσμά
του. Επειδή λοιπόν δεν άντεξε την αμφισβήτηση ύψωσε την φωνή του σαν όλους
εκείνους τους νεκρούς και μάλλον περίμενε ο «εχθρός του» που βρισκόταν απέναντί
του, να ταραχθεί. Όμως όχι, η γυναίκα αυτή ουδόλως ταράχτηκε αλλά πιστεύω ότι
ίσως να απόρησε για την κατάντια του ανδρός.
Ένας
άλλος από την ομήγυρη, θέλοντας να υπερασπιστεί την γυναίκα που βαλλόταν από τις
ανοησίες του «σοφού» συμπολίτη μας, έπεσε σε λάθος λέγοντάς του: δεν μιλάνε
έτσι σε μία γυναίκα. «Δεν υφίσταται θέμα φύλου», αντέταξε η γυναίκα που
δέχτηκε τις αναίτιες προσβολές, θέτοντας με τον τρόπο της πολύ ψηλά τις έννοιες
της Δημοκρατίας, αυτές που κυριολεκτικά έχει απωλέσει η έν λόγω ομήγυρη μιάς
και κύριο μέλημα των περισσοτέρων σε αυτήν, δεν είναι η ανταλλαγή απόψεων (όπως
διακαώς λένε) αλλά η επικράτηση της άποψης του ενός. Επί της ουσίας, δεν
ενδιαφέρονται για δημιουργικό διάλογο αλλά οι περισσότεροι (το τονίζω αυτό)
θέλουν να ακούνε τον αντίλαλο της φωνής τους και να τον θαυμάζουν.
Τόση
αγένεια μέσω κραυγών, με έκανε κι έκλεισα το βιβλίο μου, τάϊσα βιαστικά τα
περιστέρια, χαιρέτησα χωρίς διάθεση την ομήγυρη και πήγα στο καλό. Στο δρόμο,
σκεφτόμουν αυτή την πάσχουσα από ιδέες αριστερά που αναλώνεται σε άχρηστα λόγια
και έρχεται μία γυναίκα και με τον τρόπο που χειρίζεται μία δύσκολη κατάσταση,
ξεμπροστιάζει την βασιλεύουσα υποκρισία και τον ναρκισσισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου