Ο
Αλέξης ... στο δείπνο των 7
Κατά
τα μέσα Σεπτεμβρίου, γιορτάζουν λένε, η Σοφία και οι κόρες της, η Αγάπη, η
Ελπίδα, η Πίστη, και δεν θυμάμαι ποια ακόμα αγία. Ωραίες είναι οι γιορτές, δεν
τις αμφισβητεί ουδείς, ειδικότερα μάλιστα αν προκύπτει λόγω αυτών και κάποια
μάζωξη για την ενίσχυση των ανθρώπινων σχέσεων, που, όπως καλά γνωρίζουμε, από
κτίσεως κόσμου, είναι προβληματικές. Σε αυτά τα πλαίσια, λόγω εορτής δηλαδή,
δεχτήκαμε με χαρά το κάλεσμα της Ελπίδας για φαγητό, με καθυστέρηση όμως μερικών
μηνών λόγω κορωναϊού. Μάη μήνα λοιπόν κινήσαμε για το σπίτι της Ελπίδας. Πρώτα
φτάσαμε εμείς, δηλαδή ο Γκουρού, η Έλεν, η Κάθριν κι εγώ, η Ελπίδα είχε έτοιμο
ζεστό νερό, όπως από πρωτύτερα είχαμε συνεννοηθεί και έριξα τον τραχανά στη
φωτιά, όχι τον δικό μου τελικά, μα αυτόν της οικοδέσποινας, ήταν καθαρός
ξηρομερίτικος, ξινός φυσικά. Η συνεννόηση για τον τραχανά είχε προηγηθεί
μερικές μέρες νωρίτερα, αφού, είπαμε να τον φτιάξω εγώ.
Γύριζα
τον τραχανά με την κουτάλα, οι γυναίκες τα έλεγαν και ο Γκουρού βγήκε στη
βεράντα να καπνίσει. Προς το τέλος του Μάη, το αεράκι είχε δύναμη, κάποιο
καιρικό φαινόμενο αναμενόταν τρομάζοντας τη πλάση, κάποιες φωτιές άρχισαν δειλά
να σιγοκαίνε βουνά και λαγκάδια, οι πολιτικοί κατηγορούσαν σαν ψεύτες οι μεν
τους δε, τα γνωστά δηλαδή, ο Ερντογάν αστράφτει και βροντά όπως γαβγίζουν τα
σκυλιά ίσα να ακουστούν, ο Μπάιντεν είναι θυμωμένος κι ανήσυχος κι απορημένος
μάλιστα για την κατάντια του κόσμου, στην Αγγλία η βασίλισσα σαν πήρε το πρωινό
της γεύμα, βγήκε με τα σκυλιά της στους αγρούς να περπατήσει και να φιλοσοφήσει
την άτιμη τη ζωή, στην Κίνα συνελήφθη ένας χωρικός που κατουρούσε στα χωράφια,
στη Ρωσία ο Πούτιν έκανε κωπηλασία με το κορμί γυμνό και την περηφάνια ψηλά παράλληλα
με τις στρατιές του να ισοπεδώνουν τα κατάλοιπα του ναζισμού στην Ουκρανία, στη
Βενεζουέλα ο Μαδούρο δεν πολύ-ακούγεται και σκέφτομαι πως η επανάσταση τέλειωσε
άδοξα, στην Αγγλία έχει πάψει από καιρό η φαγωμάρα για το Brexit, από τον άμβωνα ένας παπάς διαβάζει το λόγο του
δεσπότη του και συγκινείται, ο Τσέ Γκεβάρα ζει ακόμα όπως μαθαίνω από
επαναστατικά έντυπα, ο Στράτος -ένας κλασικός τεμπέλης της γειτονιάς με μηδέν
ένσημα στον βίο του-, είναι οργισμένος που δεν του δίνουν δύο χιλιάδες ευρώ
μηνιαίο επίδομα, στο Facebook εκατομμύρια
χρήστες έπεσαν σε κατάθλιψη διότι δεν συγκέντρωσαν τα αναμενόμενα likes. Σε όλο αυτό το καθημερινό δρώμενο ανά τον κόσμο
υπάρχει μία σταθερά, ο Έλλην κυβερνήτης που συγκίνησε τον αγνό κόσμο με τον
καθάριο λόγο του, και φυσικά η μόνιμη οργή του Παφίλη που πάντοτε τα λέει
τσεκουράτα. Τώρα θυμήθηκα την σταλινική τσεκουριά πού ‘φαγε ο Τρότσκι κάποτε
στο Μεξικό. Ας μείνω όμως στο θέμα! Πολλά μπορούν να συμβούν στα τέλη του μήνα
τούτου, όμως τις μαύρες μου τις σκέψεις την ώρα της κουτάλας, τις διάλυσε το
κουδούνι της εξώπορτας.
Η
Κωνστάντια, με τον αέρα της κεντρο-αθηναίας (κολωνακιώτισσα γάρ), εισέβαλε στο
σπίτι και άρχισε η συζήτηση να στρέφεται πέριξ των αστρολογικών θεμάτων, την
ώρα δε που έριχνα αλάτι στο μείγμα και δούλευα την κουτάλα καλά, άκουσα την
νιόφερτη να μου λέει: γειά σου Ταύρε! Απόρησα με το μνημονικό της, μα η ανάγκη
της κουτάλας δεν μου άφησε χρόνο παρά να ανταποδώσω τον χαιρετισμό κουνώντας
χαμογελαστός το κεφάλι μου. Σαν έβρασε όπως ήθελα ο τραχανάς, τον κατέβασα από
την φωτιά και του άδειασα μία κουταλιά ωμό λάδι, πάλι έφερα το μείγμα γύρες με
την κουτάλα, η Ελπίδα δοκίμασε το μείγμα αν ήταν εντάξει στο αλάτι του,
συμφώνησε ως προς αυτό κι έπιασα την φέτα το τυρί -την είχα ψιλοκόψει από πριν-
και την άδειασα κι αυτή στην κατσαρόλα. Εγώ γύριζα την κουτάλα με ρυθμό, ώστε
το τυρί να λιώσει και να γίνει το μείγμα κρεμώδες, δυστυχώς όμως, τούτο δεν
συνέβη, διότι, τα αστρολογικά θέματα που άκουγα με αποσυντόνισαν, άκουγα για
τις χάρες των Σκορπιών και είχα λυγίσει, έτσι, το μείγμα δεν είχε τις σωστές
αναλογίες τραχανά-νερού, δεν απέκτησε δηλαδή την κρεμώδη όψη που επεδίωκα.
Τέλος πάντων, τελείωσα να γυροφέρνω την κουτάλα μέσα του, την έβγαλα και
έκλεισα την κατσαρόλα με το καπάκι της.
Την
ώρα που σουπίζαμε το αραιό μείγμα -νόστιμο ήταν φυσικά-, εμφανίστηκε ο Αλέξης
και έτσι ο αριθμός των μετεχόντων του δείπνου έγινε ιερός, ήμασταν στο σύνολο
επτά. Βλέποντας ο Αλέξης το τυρί να επιπλέει στην επιφάνεια του τραχανά,
ξεκίνησε με λαχανικά το δείπνο του, η Κάθριν αναζητούσε διαρκώς το μαύρο
πιπέρι, είχε βάλει δε και μικρά κομμάτια παξιμάδια μέσα στο πιάτο και αλλοίωσε
το βουκολικό έδεσμα. Η Έλεν, η Κωνστάντια κι εγώ πίναμε κόκκινο κρασί, ο
Γκουρού η Ελπίδα και η Κάθριν, έπιναν ροζέ, ο Αλέξης, πήρε δίπλα του το
μπουκάλι την τσικουδιά και την έκανε ζάφτι.
Τρώγαμε ήσυχα και κουτσοπίναμε, κι εκεί που άλλα περιμέναμε, να πάει δηλαδή η κουβέντα στα μυστηριώδη θέματα της ζωής, ο Αλέξης, έχοντας καταναλώσει σε χρόνο ντέ τέ, που λένε, το ένα τρίτο του μπουκαλιού, κάτι πήγε να ξεκινήσει αλλά τον πρόλαβε η Έλεν. Παραξενεύτηκε κάπως ο Αλέξης που δεν πρόλαβε να τελειώσει τη λέξη που άρχισε, ο Γκουρού κι εγώ μείναμε ήσυχοι, γνωρίζοντας καλύτερα από αυτόν την Έλεν, η Κωνστάντια μελετούσε εντός της αν δένει ο Σκορπιός με ωροσκόπο τον Παρθένο, πολύ αργότερα ανέλυσε το θέμα αυτό, η Κάθριν είχε τελειώσει τη σούπα της και είχε στο πιάτο της λαχανικά και κρέας, και άρχισε να φουντώνει η Έλεν -παρορμητική γάρ-, να οργίζεται, και να πηγαίνει την κουβέντα στη σωτηρία του κόσμου. Ακούγαμε και σωπαίναμε, η Ελπίδα, παρασυρόμενη κι αυτή από την οργή της Ελένης, πρόλαβε και εξιστόρησε το γεγονός που κάπου πήγε ο Τσίπρας και έβαλαν κάτι βουδιστές λάδι στο μέτωπο του γιού του, την ίδια ώρα που αυτός δεν κάνει τον σταυρό του, τέλος πάντων, συνέχισε η Έλεν να απαιτεί αλλαγή του κόσμου εδώ και τώρα, όπου, ξαφνικά, πέταξε την μαχαιριά ο Αλέξης, άρχισε να μιλά για την λευκή αδελφότητα. Εμείς απορήσαμε, η Κάθριν περισσότερο, σταμάτησε μάλιστα να τσιμπολογά και άκουγε με προσοχή τον παράξενο λόγο, δεν άργησε μάλιστα να θέτει ερωτήματα. Στα ερωτήματα ο Αλέξης δεν απαντούσε αλλά παρέπεμπε στον Γκουρού, αυτός όμως δεν μιλούσε, σώπαινε, οπότε, εκείνη την κρίσιμη ώρα, με ρωτά η Κωνστάντια πότε ακριβώς γεννήθηκα. Σαν της απάντησα πως φάνηκα στη γή την 1η του Μάη, ταράχθηκε η Κάθριν, διότι στη λευκή αδελφότητα τη μέρα αυτή την έχουν ιερή, διότι γεννήθηκε σε αυτήν ο ιδρυτής της, είπε το όνομά του αλλά δεν το θυμάμαι.
Αστραπιαία,
η κουβέντα άλλαξε ρότα, οι γυναίκες άρχισαν να κατηγορούν τους Ιλλουμινάτι για
τις ασχήμιες στον κόσμο, η Κάθριν μάλιστα, περισσότερο διαβασμένη από όλους μας
-σε ειδικά βιβλία-, έμπλεξε στο λόγο της Τριμερή Επιτροπή και Λέσχη
Μπίλντεμπεργκ, ο Γκουρού κι εγώ σωπαίναμε, ακούγαμε όμως με προσοχή. Ό,τι
τσιγάρα είχα μου τα γάμησαν όλα σχεδόν στη τράκα -τους άρεσαν τα σκέτα που
κάπνιζα, ώσπου κάποια στιγμή, αισθανόμενος ότι θα ξέμενα. έπιασα το κομπολόι
στα χέρια μου, ο Αλέξης επέμενε να μιλήσει ο Γκουρού αλλά εκείνος τηρούσε
ευλαβικά τη σιωπή του, δεν ήξερε ή δεν ήθελε να φανερώσει πράγματα αφανέρωτα;
Την
οδυνηρή κουβέντα με το βαρύ θέμα της, την πήγε αλλού ξαφνικά, ελέω τσικουδιάς ο
Αλέξης. Καθόταν δίπλα στην Ελπίδα και ρουφώντας ακόμα μία γουλιά τσικουδιά,
άρχισε να βγάζει από μέσα του τον βάσανο της ζωής του. Στον βάσανο αυτό,
πρωταγωνιστικό ρόλο είχε η Ελπίδα, προς στιγμή πήγε να ταραχτεί αυτή, αλλά
ευθύς αμέσως έπεσε στα γέλια, έφταιγε και το ροζέ που έπινε, πιθανότατα, και οι
αστρολογικοί συνδυασμοί να ήσαν ευνοϊκοί πάνω από το δείπνο των επτά. Για
αρκετή ώρα σαν άλλοι ψυχολόγοι, ακούγαμε τον ξαπλωμένο στο ανάκλιντρο
(θεωρητικά) Αλέξη, που και που η Ελπίδα διόρθωνε τον λόγο του, πάλι ξαφνικά
όμως ο ομιλών, γυρίζει προς το μέρος μου λέγοντας μου: Πες και συ κάτι Θόδωρε,
αφού το βλέπω στα μάτια σου, έχεις μεγάλη εμπειρία περί όλων αυτών. Βέβαια,
εμένα δεν με λένε Θόδωρο, αλλά δεν έχει σημασία καμία το πραγματικό όνομα, η
τσικουδιά που έρρεε στο αίμα του Αλέξη έφτιαχνε τα πράγματα θολά. Όμως, παρ’
ότι εγώ δεν είχα κάτι να πω, ήμουν όμως καλός στο να ακούω τον πονεμένο λόγο,
έτσι, συνέχισε το παράπονο της ζωής ο Αλέξης κάνοντας την Ελπίδα να ντρέπεται
(εσωτερικά).
Η
Κάθριν, κι ενώ η κουβέντα βάθαινε επικίνδυνα, ρώτησε τι ώρα ήταν, σκέφτηκε τα
φάρμακα που έπρεπε να πιει και που δυστυχώς δεν τα είχε μαζί της. Μέσα της και
έξω της προς στιγμή, πήγε να γεννηθεί η ανασφάλεια, ο Αλέξης μάλιστα, επειδή θα
αποχωρούσε από το τραπέζι νωρίτερα, προσφέρθηκε να την πάει στο σπίτι της με
την μηχανή του. Σαν άκουσε περί μηχανής όμως η Κάθριν, ταράχθηκε, τόσο, που ο
φόβος της μηχανής υπερίσχυσε έναντι του άλλου, δηλαδή, της μη έγκαιρης λήψης
των φαρμάκων της, οπότε, αυτόματα η πρώτη ανασφάλεια εξαφανίστηκε και άρχισε
πάλι να νιώθει καλά.
Η
Έλεν, βρίσκοντας πεδίο ελεύθερο εφόσον στιγμιαία η κουβέντα διακόπηκε από τους
φόβους της Κάθριν, άρχισε να συγκρούεται εσωτερικά και η σύγκρουση αυτή
εκδηλώθηκε εξωτερικά με αναφορά στο θέμα που είχε αναπτύξει ο Αλέξης γύρω από
την πολυτάραχη ζωή του. Τότε, δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, ήμουν απασχολημένος
με την τράκα τσιγάρο που πήρε η Κωνστάντια, ο Γκουρού άστραψε και βρόντηξε με
την Έλεν. Σε τέτοιες εκρήξεις, καλύτερα είναι να στέκεσαι σιωπηλός, αυτό έκανα,
αυτό έκανε όμως και η Έλεν, αυτό έπραξε όλη η ομήγυρη. Καταλάγιασε η έκρηξη του
Γκουρού και ο Αλέξης συνέχισε απτόητος τον βάσανο της ζωής του. Η τσικουδιά
είχε αποτελέσματα μη ελεγχόμενα, όμως όλοι και όλες νιώθαμε καλά, ακόμα και η
Ελπίδα που άθελά της βρέθηκε να είναι το κεντρικό πρόσωπο της συναισθηματικής
εξιστόρησης του Αλέξη.
Αφού
τέλειωσε τον λόγο του ο Αλέξης, έχοντας μπροστά του το άδειο πιά μπουκάλι της
τσικουδιάς, σηκώθηκε από το τραπέζι, ισορρόπησε, και έφυγε αθόρυβα, όπως είχε
μπει. Τότε η Κάθριν θυμήθηκε πάλι τα χάπια της πως δεν τα ήπιε στην ώρα τους
και αυτόματα αγχώθηκε, εμείς, δεν δίναμε σημασία ιδιαίτερη στους φόβους της.
Σηκωθήκαμε όμως κι εμείς για να φύγουμε, εγώ είχα το πρωί εκκλησία, ήθελα να
παραβρεθώ στο μνημόσυνο ενός φίλου μου, και έτσι ετοιμαστήκαμε κι εμείς για
φευγιό. Στα μνημόσυνα σαν πηγαίνεις, περνάς καλά. Λίγη λύπη, καφέδες καραβίσιοι
από την τέχνη των γυναικών που δουλεύουν ακούραστα στις εκκλησίες για την
σωτηρία της ψυχής τους, ανταμώνεις φίλους και γνωστούς που είχες καιρό να δεις,
όλοι μας λέμε αναμεταξύ μας: πρώτα η υγεία και μετά όλα τα υπόλοιπα, ακούγονται
αστεία και η θλίψη πάει περίπατο, το κονιάκ και τα κουλουράκια δένουν ευχάριστα
με τον καραβίσιο καφέ, τέλος πάντων, στα μνημόσυνα αθροίζονται οι καλοί
χριστιανοί όπως ελόγου μου, διότι περνάμε καλά, η εκκλησία εξάλλου, ένας
επιβλητικός χώρος διασκέδασης είναι και τίποτε περισσότερο, δεν κατοικεί σε αυτήν
ο θεός, πόσο μάλλον ο γιός του, όμως, γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι σαν πας σε
αυτήν, θα περάσεις καλά. Σε ποιο εμπορικό κατάστημα άλλωστε που πας με τη θέλησή
σου δεν διασκεδάζεις; Σε άλλα εμπορικά καταστήματα αγοράζεις μπιχλιμπίδια και
ό,τι τέλος πάντων πλασάρει η καταναλωτική φρενίτιδα, στην εκκλησία αγοράζεις
χώρο για τον παράδεισο, και μάλιστα, σου έρχεται και φτηνά, διότι ένα κερί δεν
έχει τιμή, εσύ την καθορίζεις σαν από το παγκάρι το παίρνεις και το ανάβεις. Σε
βοηθά σε αυτό βέβαια και η πλουμιστή φορεσιά του ιερέα, η σκελετωμένη εικόνα
ενός αγίου που σκύβεις και φιλάς τάχα μου με συγκίνηση, τα λιβάνια δημιουργούν
αθόρυβα το δικό τους μικρό-κλίμα και φτιάχνεις κεφάλι. Η 7η Οικουμενική
Σύνοδος, μπορεί να απαγόρεψε το πολυτελές ντύσιμο των παπάδων, μπορεί να όριζε
την ανάρτηση των εικόνων ως έθιμο και όχι ως λατρεία, αλλά ποιος καλός
χριστιανός νοιάζεται για τέτοια λογικά πράγματα; Ουδείς, εφόσον από το πολύ το
σταυροκόπημα, το μυαλό μετακινείται από τη θέση του.
Ευχαριστήσαμε
την Ελπίδα για την φιλοξενία και το ωραιότατο δείπνο -πλην του τραχανά
εννοείται, που δεν πέτυχε η κρεμώδης υφή του-, την καληνυχτίσαμε, πήραμε και
την Κωνστάντια μαζί μας μέχρι την Αλεξάνδρας για να βρει ταξί και φτάσαμε στα
σπίτια μας. Ωραία περάσαμε, φυσικά δεν είπαμε τίποτε καινούργιο, κάτι ουσιώδες,
ο λόγος όλων μας περιστράφηκε γύρω από τα γνωστά, αυτά δηλαδή που άλλοι είπαν
για καινούργια κι εμείς συνεχώς παπαγαλίζουμε με διάφορες παραλλαγές. Έτσι
περίπου κινούνται τα πράγματα, εμείς, αναλύουμε και ερμηνεύουμε λόγια τρίτων,
μη έχοντας την ικανότητα την νοητική να πάμε μακρύτερα, να πούμε κάτι δικό μας,
κάτι νέο, κάτι που δεν έχει πάλι ακουστεί. Και αυτός είναι ένας από τους
πολλούς λόγους που γεννώνται οι συγκρούσεις, η παντελής δηλαδή άγνοια μας σε
αυτό με το οποίο καταπιανόμαστε. Ακόμα και ο Αλέξης, όσα μας είπε, είχαν γίνει
ή είχαν ειπωθεί, αυτός, όπως κι εμείς, περάσαμε μία πολύ όμορφη βραδιά,
φέρνοντας το παρελθόν στο τραπέζι μας. Για το παρόν, ίσως μιλήσουμε άλλη φορά,
ίσως τότε να βοηθήσει και η πετυχημένη κρεμώδης όψη του ξινού τραχανά.
=========
Υγ: Από τον δίσκο των Aphrodite’s Child «666», ακούγεται το Infinity, όπου η Ειρήνη Παππά επαναλαμβάνει: ήμουν, είμαι, είμαι έτοιμη να ολοκληρώσω. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, ο Τρισμέγιστος, περιέγραψε το μουσικό αυτό έργο, ως μεταφορά για «τον πόνο της γέννησης και τη χαρά της συνουσίας». Κάποιος παπάς τότε, ακούστηκε να λέει: ακούγεται η φωνή του διαβόλου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου